4.1.11

Ενότητα 6η (324A-C)
Μετάφραση
Λοιπόν σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο καθένας θυμώνει με τον άλλον
και του δίνει συμβουλές, με την ιδέα ότι η αρετή μπορεί να αποκτηθεί με
φροντίδα και μάθηση. Γιατί, αν θέλεις να εννοήσεις, Σωκράτη, τι
σημαίνει το να τιμωρεί κανείς αυτούς που αδικούν, αυτό το γεγονός θα
σε διδάξει, ότι οι άνθρωποι πιστεύουν πως η αρετή μπορεί να
καλλιεργηθεί. Γιατί κανείς δεν τιμωρεί όσους αδικούν έχοντας την
προσοχή του σ’ αυτό και για αυτόν τον λόγο, ότι δηλαδή διέπραξε ένα
αδίκημα, εκτός αν κάποιος τιμωρεί ασυλλόγιστα, σαν να τιμωρεί θηρίο.
Αντίθετα εκείνος που νοιάζεται να τιμωρήσει με τη λογική, δεν τιμωρεί
για το αδίκημα που έχει γίνει στο παρελθόν –γιατί δεν θα μπορούσε να
κάνει αυτό που έγινε να μην έχει γίνει- αλλά προνοώντας για το μέλλον,
για να μην αδικήσει άλλη φορά ούτε αυτός ο ίδιος ούτε κανείς άλλος που
είδε ότι αυτός τιμωρήθηκε. Και επειδή έχει τέτοια σκέψη, σκέφτεται ότι η
αρετή μπορεί να διδαχθεί· τιμωρεί λοιπόν για να αποτρέψει. Αυτήν
επομένως τη γνώμη έχουν όλοι όσοι τιμωρούν και στην ιδιωτική και στη
δημόσια ζωή. Έτσι και οι άλλοι άνθρωποι και προπαντός οι Αθηναίοι, οι
συμπολίτες σου, τιμωρούν με αυστηρότητα και επιβάλλουν ποινές σε
αυτούς που νομίζουν ότι διαπράττουν αδικήματα· ώστε σύμφωνα με
αυτόν τον συλλογισμό και οι Αθηναίοι ανήκουν σ’ αυτούς που θεωρούν
ότι η αρετή καλλιεργείται και διδάσκεται. Ότι λοιπόν δικαιολογημένα
δέχονται οι συμπολίτες σου να συμβουλεύει σε θέματα της πολιτείας και
ο μεταλλουργός και ο τσαγκάρης και πιστεύουν ότι η αρετή διδάσκεται
και καλλιεργείται, μου φαίνεται, Σωκράτη, ότι σου αποδείχθηκε με
επάρκεια.



Ενότητα 6η
Ο Πρωταγόρας καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: Εφ’ όσον κάθε πολίτης
προβαίνει στις ενέργειες της νουθεσίας και της τιμωρίας γίνεται φανερό
ότι η αρετή μπορεί να αποκτηθεί με μεθόδους διδασκαλίας και μάθησης.
Ο σοφιστής αισθάνεται την υποχρέωση να υποστηρίξει περαιτέρω το
σημείο αυτό. Έτσι κάνει μια σύντομη αναφορά στην έννοια της τιμωρίας.
Το χωρίο, πέραν της λειτουργίας του ως απόδειξης μιας θέσης, είναι
χαρακτηριστικό και για τις αντιλήψεις των σοφιστών για το νόημα της
ποινής και την απονομή της δικαιοσύνης.
Σύμφωνα λοιπόν με τη θέση του Πρωταγόρα η τιμωρία και η
επιβαλλόμενη ποινή δεν λειτουργούν ως εκδικητικά αλλά κυρίως ως μέσα
παραδειγματισμού και νουθεσίας των υπολοίπων συμπολιτών. Αυτό
σημαίνει ότι αυτός που τιμωρεί δεν δρα ως άνθρωπος που άγεται και
φέρεται από το ένστικτο και το συναίσθημα, πράγματα που θα
μπορούσαν να οδηγήσουν στην ηθική και σωματική εξαχρείωση του
τιμωρούμενου, αλλά διακατέχεται και οδηγείται από τον νου, τη διάνοιά
του (κολάζειν μετὰ λόγου).
Εδώ η λέξη λόγος, καθώς και η φράση τοιαύτην διάνοιαν
λειτουργούν από κοινού και δηλώνουν την κοινή ενέργεια, άρα και την
κοινή ικανότητα των πολιτών: όλοι τους μπορούν να διακρίνουν το καλό
από το κακό, το δίκαιο από το άδικο, το όσιο από το ανόσιο κ.λ.π. Στο
σημείο γίνεται μάλιστα σύνδεση της ενέργειας αυτής με τους ίδιους τους
Αθηναίους, γεγονός που θα καταστήσει ισχυρότερο το επιχείρημα του
Πρωταγόρα. Βέβαια, εν συνεχεία, η φράση οὓς ἂν οἴωνται ἀδικεῖν
ενδέχεται να εκληφθεί και ως ελάττωμα του ισχυρισμού του. Έχουν όλοι
την ίδια αντίληψη για τα διαπραττόμενα εγκλήματα και αδικήματα; Ο
σοφιστής απαντάει σιωπηλά με καταφατικό τρόπο και έτσι πιστεύει πως
η αρετή είναι διδακτὸν και παρασκευαστόν. Έτσι και ο Σωκράτης
οφείλει να μη διαμαρτύρεται που οι συμπολίτες του ακούν και δέχονται
πολιτικές συμβουλές και από τεχνίτες, όπως είναι ο μεταλλουργός και ο
τσαγκάρης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου