A R X A I A E L L H N I K A
Β΄ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ
Θ Ε Ω Ρ Η Τ Ι Κ Η Σ Κ Α Τ Ε Υ Θ Υ Ν Σ Ε Ω Σ
Α. Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο
Λυσίου, Υπέρ Μαντιθέου, §§ 18 – 21
«Τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν καί φρουρῶν οὐδεμιᾶς ἀπελείφθην πώποτε, ἀλλά πάντα τόν χρόνον διατετέλεκα μετά τῶν πρώτων μέν τάς ἐξόδους ποιούμενος, μετά τῶν τελευταίων δέ ἀναχωρῶν. Καίτοι χρή τούς φιλοτίμως καί κοσμίως πολιτευομένους ἐκ τῶν τοιούτων σκοπεῖν, ἀλλ' οὐκ εἴ τις κομᾶ, διά τοῦτο μισεῖν τά μέν γάρ τοιαῦτα ἐπιτηδεύματα οὔτε τούς ἰδιώτας οὔτε τό κοινόν τῆς πόλεως βλάπτει, ἐκ δέ τῶν κινδυνεύειν ἐθελόντων πρός τούς πολεμίους ἅπαντες ὑμεῖς ὠφελεῖσθε. Ὥστε οὐκ ἄξιον ἀπ' ὄψεως, ὦ βουλή, οὔτε φιλεῖν οὔτε μισεῖν οὐδένα, ἀλλ' ἐκ τῶν ἔργων σκοπεῖν πολλοί μέν γάρ μικρόν διαλεγόμενοι καί κοσμίως ἀμπεχόμενοι μεγάλων κακῶν αἴτιοι γεγόνασιν, ἕτεροι δέ τῶν τοιούτων ἀμελοῦντες πολλά κἀγαθά ὑμᾶς εἰσιν εἰργασμένοι.
Ἤδη δέ τινων ᾐσθόμην, ὦ βουλή, καί διά ταῦτα ἀχθομένων μοι, ὅτι νεώτερος ὤν ἐπεχείρησα λέγειν ἐν τῷ δήμῳ. Ἐγώ δέ τό μέν πρῶτον ἠναγκάσθην ὑπέρ τῶν ἐμαυτοῦ πραγμάτων δημηγορῆσαι, ἔπειτα μέντοι καί ἐμαυτῷ δοκῶ φιλοτιμότερον διατεθῆναι τοῦ δέοντος, ἅμα μέν τῶν προγόνων ἐνθυμούμενος, ὅτι οὐδέν πέπαυνται τά τῆς πόλεως πράττοντες, ἅμα δέ ὑμᾶς ὁρῶν (τά γάρ ἀληθῆ χρή λέγειν) τούς τοιούτους μόνους <τινός> ἀξίους νομίζοντας εἶναι, ὥστε ὁρῶν ὑμᾶς ταύτην τήν γνώμην ἔχοντας τίς οὐκ ἄν ἐπαρθείη πράττειν καί λέγειν ὑπέρ τῆς πόλεως; Ἔτι δέ τί ἄν τοῖς τοιούτοις ἄχθοισθε; Οὐ γάρ ἕτεροι περί αὐτῶν κριταί εἰσιν, ἀλλ' ὑμεῖς».
Π Α Ρ Α Τ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ
1. Από το κείμενο που σας δίδεται να μεταφράσετε το απόσπασμα «τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν … ἀλλ' ἐκ τῶν ἔργων σκοπεῖν».
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
2. Στην περίοδο «τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν … ἀναχωρῶν» ο Μαντίθεος ολοκληρώνει την αφήγηση της πολεμικής του δράσεως. Πώς υπογραμμίζεται η υποδειγματική του στάση;
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
3. Ποια είναι τα κριτήρια τα οποία, σύμφωνα με τον Μαντίθεο, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση του πολίτη;
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
4. Να σχολιάσετε την τελευταία ρητορική ερώτηση με την οποία ο Μαντίθεος περατώνει τον λόγο του.
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
5. Τι γνωρίζετε για το προοίμιο και τον επίλογο ενός ρητορικού λόγου;
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
6. α) Να συνδέσετε τα ρήματα της στήλης Α με τα συνώνυμά τους στη στήλη Β.
ΣΤΗΛΗ Α ΣΤΗΛΗ Β
1. θέλω
2. ἀμπέχω – ἀμπίσχω
3. ὠφελῶ
4. ποιῶ
5. βλάπτω
6. ἀμελῶ
7. χωρῶ
8. γίγνομαι
9. διαλέγομαι
10. φιλῶ α. ἀδικῶ, φθείρω
β. δρῶ, ἐργάζομαι, κατασκευάζω
γ. βαδίζω, βαίνω, πορεύομαι
δ. συζητῶ, συνομιλῶ
ε. ἀμφιέννυμι, ἐνδύω
στ. βοηθῶ, ὀνίνημι
ζ. εἰμί, γεννῶμαι, φύομαι
η. ἀγαπῶ
θ. ὀλιγωρῶ, ῥᾳθυμῶ
ι. βούλομαι, ἐπιθυμῶ, ποθῶ, ἐφίεμαι
β) «ἐπαρθείη»: Να δώσετε πέντε παράγωγα της νέας ελληνικής.
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
Α Π Α Ν Τ Η Σ Ε Ι Σ
Α. Διδαγμένο Κείμενο
1. Λοιπόν δεν παραμέλησα ποτέ μέχρι τώρα καμία από τις άλλες εκστρατείες και φυλάξεις φρουρίων, αλλά όλον τον καιρό διαρκώς μεταξύ των πρώτων εξεστράτευα και μαζί με τους τελευταίους υποχωρούσα. Και βέβαια πρέπει με βάση τέτοιου είδους πράξεις να κρίνετε όσους αναμειγνύονται στα πολιτικά με φιλοτιμία και ευπρέπεια, και όχι αν κάποιος έχει μακριά μαλλιά, γι’ αυτόν τον λόγο να τον μισείτε γιατί τέτοιου είδους συνήθειες δεν βλάπτουν ούτε τους πολίτες ούτε τις αρχές της πόλεως, ενώ από αυτούς που θέλουν να ριψοκινδυνεύουν πολεμώντας εναντίον των εχθρών, όλοι εσείς ανεξαιρέτως ωφελείσθε. Επομένως δεν αξίζει, κύριοι βουλευτές, ούτε να αγαπάτε ούτε να μισείτε κανένα από την εξωτερική του εμφάνιση, αλλά από τα έργα του να τον κρίνετε.
2. Ο Μαντίθεος στην πρώτη περίοδο της παραγράφου 18 ολοκληρώνει την αφήγηση της πολεμικής του δράσεως. Έτσι η περίοδος «τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν…ἀναχωρῶν» λειτουργεί, τρόπον τινά, ως επίλογος ενός ευρύτερου κεφαλαίου (§§ 13 - 17), που αναφέρεται στην υποδειγματική στρατιωτική του συμπεριφορά. Συγχρόνως αποτελεί και το τελευταίο αποδεικτικό στοιχείο του λόγου. Η υποδειγματική στάση του Μαντιθέου υπογραμμίζεται:
α) από τον βαθμό της συμμετοχής του στις εκστρατείες και φρουρές («τῶν τοίνυν…οὐδεμιᾶς ἀπελείφθην πώποτε»)
β) από τη διάρκεια της συμμετοχής του που εκφράζεται με το ρήμα και τον επιρρηματικό προσδιορισμό του χρόνου («πάντα τόν χρόνον διατετέλεκα τάς ἐξόδους ποιούμενος»)
γ) από την ποιότητα της συμμετοχής του, που εκφράζεται με την αντίθεση «μετά τῶν πρώτων μέν τάς ἐξόδους ποιούμενος, μετά τῶν τελευταίων δέ ἀναχωρῶν».
2. Ο Μαντίθεος επισημαίνει ότι οι βουλευτές έχουν ηθικό χρέος να αξιολογούν όσους μετέχουν ενεργά στην πολιτική ζωή από τις έμπρακτες εκδηλώσεις της πατριωτικής τους δράσης και όχι από την εξωτερική τους εμφάνιση. Κατ’ αυτόν η ουσία της δοκιμασίας δεν είναι η εξωτερική εμφάνιση του δοκιμαζομένου, αλλά η προσφορά του προς την πατρίδα.
Ιδιαίτερο νοηματικό βάρος έχει ο εμπρόθετος «ἐκ τῶν τοιούτων», διότι:
i) συνδέει νοηματικά με τα προηγούμενα
ii) αποτελεί το μέτρο αξιολογήσεως του πολίτη
iii) συνιστά τη βασική προϋπόθεση του «φιλοτίμως καί κοσμίως πολιτεύεσθαι», στο οποίο αποσκοπεί η δοκιμασία.
Περαιτέρω ιδιαίτερη νοηματική βαρύτητα αποκτά και η απρόσωπη έκφραση «οὐκ ἄξιον (ἐστι)», καθώς υποκρύπτει μία σύγκριση – αντίθεση ανάμεσα στους πολλούς και στους βουλευτές αναφορικά με το κριτήριο αξιολόγησης. Η αντίθεση αυτή καθίσταται αισθητή με την αντιδιαστολή συναισθήματος (που εκφράζεται με τα απαρέμφατα «φιλεῖν» και «μισεῖν») – λογικής (που εκφράζεται με το απαρέμφατο «σκοπεῖν»). Κατά τον ρήτορα, δεν αρμόζει στους βουλευτές να δημιουργούν συμπάθειες ή αντιπάθειες παρασυρόμενοι από την εμφάνιση ενός ανθρώπου, αλλά οφείλουν να κρίνουν από τις πράξεις του. Έχουν δηλαδή ηθικό και νομικό καθήκον να αξιολογούν με βάση τη λογική και όχι με βάση το συναίσθημα. Άλλωστε η αισθητική εμπεριέχει έντονα το υποκειμενικό στοιχείο, γι’ αυτό και διαφοροποιείται ανάλογα με τον τόπο, τον χρόνο, την ηλικία και άλλους παράγοντες και, συνεπώς, δεν μπορεί να αποτελεί μέτρο κρίσεως. Τα καλά έργα όμως που προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο συνιστούν αντικειμενικό μέτρο κρίσεως του πολίτη.
Η υπεροχή της λογικής σε σχέση με το συναίσθημα τεκμηριώνεται στην τελευταία ημιπερίοδο με την αντίθεση ανάμεσα στο «φαίνεσθαι» και στο «εἶναι». Τα φαινόμενα συνήθως απατούν. Πολλοί πίσω από μία κόσμια εμφάνιση κρύβουν την κακότητα της ψυχής και τη μοχθηρία του χαρακτήρα τους. Ενδιαφέρονται για το φαίνεσθαι και όχι για το είναι.
3. Ο Μαντίθεος ολοκληρώνει την απολογία υποβάλλοντας στους βουλευτές μία δεύτερη ρητορική ερώτηση που προσδίδει στον λόγο έμφαση και ζωηρότητα. Είναι καταφατική και ισοδυναμεί με έντονη άρνηση («ἔτι δέ οὐδέν ἄν τοῖς τοιούτοις ἄχθοισθε;»). Ο ρήτορας με ευθύ και έντονο τρόπο χαρακτηρίζει αδικαιολόγητη την ενόχληση που αισθάνονταν ορισμένοι για νέους πολίτες που αρέσκονταν στην ενεργό συμμετοχή τους στην πολιτική κονίστρα. Τονίζει στους βουλευτές ότι δεν υπάρχει λόγος να δυσανασχετούν με τέτοιους πολίτες, τους οποίους οι ίδιοι παρακίνησαν με τη στάση τους να αναμειχθούν στη διαχείριση των κοινών, και τους οποίους, άλλωστε, είχαν τη δυνατότητα να τους κρίνουν με τον θεσμό της δοκιμασίας.
4. Προοίμιον είναι η αρχή του ρητορικού λόγου. Σύντομα ο ρήτορας ενημερώνει τον ακροατή επί του θέματος και προσπαθεί να εξασφαλίσει την εύνοια και την προσοχή του. Σπανίως ρητορικός λόγος αρχίζει χωρίς κάποιο είδος προοιμίου. Μετά το προοίμιο ακολουθεί συνήθως η πρόθεσις, σύντομη δηλαδή έκθεση του θέματος.
Με τον επίλογο συνήθως επιδιώκονται δύο κυρίως σκοποί, η ανάμνηση, που επιτυγχάνεται με μια συντομότατη ανακεφαλαίωση των βασικών θέσεων του λόγου και η παθοποιία που καταλήγει σε προτροπή ή αποτροπή.
5α. 1-ι, 2-ε, 3-στ, 4-β, 5-α, 6-θ, 7-γ, 8-ζ, 9-δ, 10-η.
β. Αρση, έπαρση, άρδην, μετέωρος, αντάρτης.
Β΄ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ
Θ Ε Ω Ρ Η Τ Ι Κ Η Σ Κ Α Τ Ε Υ Θ Υ Ν Σ Ε Ω Σ
Α. Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο
Λυσίου, Υπέρ Μαντιθέου, §§ 18 – 21
«Τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν καί φρουρῶν οὐδεμιᾶς ἀπελείφθην πώποτε, ἀλλά πάντα τόν χρόνον διατετέλεκα μετά τῶν πρώτων μέν τάς ἐξόδους ποιούμενος, μετά τῶν τελευταίων δέ ἀναχωρῶν. Καίτοι χρή τούς φιλοτίμως καί κοσμίως πολιτευομένους ἐκ τῶν τοιούτων σκοπεῖν, ἀλλ' οὐκ εἴ τις κομᾶ, διά τοῦτο μισεῖν τά μέν γάρ τοιαῦτα ἐπιτηδεύματα οὔτε τούς ἰδιώτας οὔτε τό κοινόν τῆς πόλεως βλάπτει, ἐκ δέ τῶν κινδυνεύειν ἐθελόντων πρός τούς πολεμίους ἅπαντες ὑμεῖς ὠφελεῖσθε. Ὥστε οὐκ ἄξιον ἀπ' ὄψεως, ὦ βουλή, οὔτε φιλεῖν οὔτε μισεῖν οὐδένα, ἀλλ' ἐκ τῶν ἔργων σκοπεῖν πολλοί μέν γάρ μικρόν διαλεγόμενοι καί κοσμίως ἀμπεχόμενοι μεγάλων κακῶν αἴτιοι γεγόνασιν, ἕτεροι δέ τῶν τοιούτων ἀμελοῦντες πολλά κἀγαθά ὑμᾶς εἰσιν εἰργασμένοι.
Ἤδη δέ τινων ᾐσθόμην, ὦ βουλή, καί διά ταῦτα ἀχθομένων μοι, ὅτι νεώτερος ὤν ἐπεχείρησα λέγειν ἐν τῷ δήμῳ. Ἐγώ δέ τό μέν πρῶτον ἠναγκάσθην ὑπέρ τῶν ἐμαυτοῦ πραγμάτων δημηγορῆσαι, ἔπειτα μέντοι καί ἐμαυτῷ δοκῶ φιλοτιμότερον διατεθῆναι τοῦ δέοντος, ἅμα μέν τῶν προγόνων ἐνθυμούμενος, ὅτι οὐδέν πέπαυνται τά τῆς πόλεως πράττοντες, ἅμα δέ ὑμᾶς ὁρῶν (τά γάρ ἀληθῆ χρή λέγειν) τούς τοιούτους μόνους <τινός> ἀξίους νομίζοντας εἶναι, ὥστε ὁρῶν ὑμᾶς ταύτην τήν γνώμην ἔχοντας τίς οὐκ ἄν ἐπαρθείη πράττειν καί λέγειν ὑπέρ τῆς πόλεως; Ἔτι δέ τί ἄν τοῖς τοιούτοις ἄχθοισθε; Οὐ γάρ ἕτεροι περί αὐτῶν κριταί εἰσιν, ἀλλ' ὑμεῖς».
Π Α Ρ Α Τ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ
1. Από το κείμενο που σας δίδεται να μεταφράσετε το απόσπασμα «τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν … ἀλλ' ἐκ τῶν ἔργων σκοπεῖν».
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
2. Στην περίοδο «τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν … ἀναχωρῶν» ο Μαντίθεος ολοκληρώνει την αφήγηση της πολεμικής του δράσεως. Πώς υπογραμμίζεται η υποδειγματική του στάση;
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
3. Ποια είναι τα κριτήρια τα οποία, σύμφωνα με τον Μαντίθεο, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την αξιολόγηση του πολίτη;
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
4. Να σχολιάσετε την τελευταία ρητορική ερώτηση με την οποία ο Μαντίθεος περατώνει τον λόγο του.
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
5. Τι γνωρίζετε για το προοίμιο και τον επίλογο ενός ρητορικού λόγου;
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
6. α) Να συνδέσετε τα ρήματα της στήλης Α με τα συνώνυμά τους στη στήλη Β.
ΣΤΗΛΗ Α ΣΤΗΛΗ Β
1. θέλω
2. ἀμπέχω – ἀμπίσχω
3. ὠφελῶ
4. ποιῶ
5. βλάπτω
6. ἀμελῶ
7. χωρῶ
8. γίγνομαι
9. διαλέγομαι
10. φιλῶ α. ἀδικῶ, φθείρω
β. δρῶ, ἐργάζομαι, κατασκευάζω
γ. βαδίζω, βαίνω, πορεύομαι
δ. συζητῶ, συνομιλῶ
ε. ἀμφιέννυμι, ἐνδύω
στ. βοηθῶ, ὀνίνημι
ζ. εἰμί, γεννῶμαι, φύομαι
η. ἀγαπῶ
θ. ὀλιγωρῶ, ῥᾳθυμῶ
ι. βούλομαι, ἐπιθυμῶ, ποθῶ, ἐφίεμαι
β) «ἐπαρθείη»: Να δώσετε πέντε παράγωγα της νέας ελληνικής.
ΜΟΝΑΔΕΣ 10
Α Π Α Ν Τ Η Σ Ε Ι Σ
Α. Διδαγμένο Κείμενο
1. Λοιπόν δεν παραμέλησα ποτέ μέχρι τώρα καμία από τις άλλες εκστρατείες και φυλάξεις φρουρίων, αλλά όλον τον καιρό διαρκώς μεταξύ των πρώτων εξεστράτευα και μαζί με τους τελευταίους υποχωρούσα. Και βέβαια πρέπει με βάση τέτοιου είδους πράξεις να κρίνετε όσους αναμειγνύονται στα πολιτικά με φιλοτιμία και ευπρέπεια, και όχι αν κάποιος έχει μακριά μαλλιά, γι’ αυτόν τον λόγο να τον μισείτε γιατί τέτοιου είδους συνήθειες δεν βλάπτουν ούτε τους πολίτες ούτε τις αρχές της πόλεως, ενώ από αυτούς που θέλουν να ριψοκινδυνεύουν πολεμώντας εναντίον των εχθρών, όλοι εσείς ανεξαιρέτως ωφελείσθε. Επομένως δεν αξίζει, κύριοι βουλευτές, ούτε να αγαπάτε ούτε να μισείτε κανένα από την εξωτερική του εμφάνιση, αλλά από τα έργα του να τον κρίνετε.
2. Ο Μαντίθεος στην πρώτη περίοδο της παραγράφου 18 ολοκληρώνει την αφήγηση της πολεμικής του δράσεως. Έτσι η περίοδος «τῶν τοίνυν ἄλλων στρατειῶν…ἀναχωρῶν» λειτουργεί, τρόπον τινά, ως επίλογος ενός ευρύτερου κεφαλαίου (§§ 13 - 17), που αναφέρεται στην υποδειγματική στρατιωτική του συμπεριφορά. Συγχρόνως αποτελεί και το τελευταίο αποδεικτικό στοιχείο του λόγου. Η υποδειγματική στάση του Μαντιθέου υπογραμμίζεται:
α) από τον βαθμό της συμμετοχής του στις εκστρατείες και φρουρές («τῶν τοίνυν…οὐδεμιᾶς ἀπελείφθην πώποτε»)
β) από τη διάρκεια της συμμετοχής του που εκφράζεται με το ρήμα και τον επιρρηματικό προσδιορισμό του χρόνου («πάντα τόν χρόνον διατετέλεκα τάς ἐξόδους ποιούμενος»)
γ) από την ποιότητα της συμμετοχής του, που εκφράζεται με την αντίθεση «μετά τῶν πρώτων μέν τάς ἐξόδους ποιούμενος, μετά τῶν τελευταίων δέ ἀναχωρῶν».
2. Ο Μαντίθεος επισημαίνει ότι οι βουλευτές έχουν ηθικό χρέος να αξιολογούν όσους μετέχουν ενεργά στην πολιτική ζωή από τις έμπρακτες εκδηλώσεις της πατριωτικής τους δράσης και όχι από την εξωτερική τους εμφάνιση. Κατ’ αυτόν η ουσία της δοκιμασίας δεν είναι η εξωτερική εμφάνιση του δοκιμαζομένου, αλλά η προσφορά του προς την πατρίδα.
Ιδιαίτερο νοηματικό βάρος έχει ο εμπρόθετος «ἐκ τῶν τοιούτων», διότι:
i) συνδέει νοηματικά με τα προηγούμενα
ii) αποτελεί το μέτρο αξιολογήσεως του πολίτη
iii) συνιστά τη βασική προϋπόθεση του «φιλοτίμως καί κοσμίως πολιτεύεσθαι», στο οποίο αποσκοπεί η δοκιμασία.
Περαιτέρω ιδιαίτερη νοηματική βαρύτητα αποκτά και η απρόσωπη έκφραση «οὐκ ἄξιον (ἐστι)», καθώς υποκρύπτει μία σύγκριση – αντίθεση ανάμεσα στους πολλούς και στους βουλευτές αναφορικά με το κριτήριο αξιολόγησης. Η αντίθεση αυτή καθίσταται αισθητή με την αντιδιαστολή συναισθήματος (που εκφράζεται με τα απαρέμφατα «φιλεῖν» και «μισεῖν») – λογικής (που εκφράζεται με το απαρέμφατο «σκοπεῖν»). Κατά τον ρήτορα, δεν αρμόζει στους βουλευτές να δημιουργούν συμπάθειες ή αντιπάθειες παρασυρόμενοι από την εμφάνιση ενός ανθρώπου, αλλά οφείλουν να κρίνουν από τις πράξεις του. Έχουν δηλαδή ηθικό και νομικό καθήκον να αξιολογούν με βάση τη λογική και όχι με βάση το συναίσθημα. Άλλωστε η αισθητική εμπεριέχει έντονα το υποκειμενικό στοιχείο, γι’ αυτό και διαφοροποιείται ανάλογα με τον τόπο, τον χρόνο, την ηλικία και άλλους παράγοντες και, συνεπώς, δεν μπορεί να αποτελεί μέτρο κρίσεως. Τα καλά έργα όμως που προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες στο κοινωνικό σύνολο συνιστούν αντικειμενικό μέτρο κρίσεως του πολίτη.
Η υπεροχή της λογικής σε σχέση με το συναίσθημα τεκμηριώνεται στην τελευταία ημιπερίοδο με την αντίθεση ανάμεσα στο «φαίνεσθαι» και στο «εἶναι». Τα φαινόμενα συνήθως απατούν. Πολλοί πίσω από μία κόσμια εμφάνιση κρύβουν την κακότητα της ψυχής και τη μοχθηρία του χαρακτήρα τους. Ενδιαφέρονται για το φαίνεσθαι και όχι για το είναι.
3. Ο Μαντίθεος ολοκληρώνει την απολογία υποβάλλοντας στους βουλευτές μία δεύτερη ρητορική ερώτηση που προσδίδει στον λόγο έμφαση και ζωηρότητα. Είναι καταφατική και ισοδυναμεί με έντονη άρνηση («ἔτι δέ οὐδέν ἄν τοῖς τοιούτοις ἄχθοισθε;»). Ο ρήτορας με ευθύ και έντονο τρόπο χαρακτηρίζει αδικαιολόγητη την ενόχληση που αισθάνονταν ορισμένοι για νέους πολίτες που αρέσκονταν στην ενεργό συμμετοχή τους στην πολιτική κονίστρα. Τονίζει στους βουλευτές ότι δεν υπάρχει λόγος να δυσανασχετούν με τέτοιους πολίτες, τους οποίους οι ίδιοι παρακίνησαν με τη στάση τους να αναμειχθούν στη διαχείριση των κοινών, και τους οποίους, άλλωστε, είχαν τη δυνατότητα να τους κρίνουν με τον θεσμό της δοκιμασίας.
4. Προοίμιον είναι η αρχή του ρητορικού λόγου. Σύντομα ο ρήτορας ενημερώνει τον ακροατή επί του θέματος και προσπαθεί να εξασφαλίσει την εύνοια και την προσοχή του. Σπανίως ρητορικός λόγος αρχίζει χωρίς κάποιο είδος προοιμίου. Μετά το προοίμιο ακολουθεί συνήθως η πρόθεσις, σύντομη δηλαδή έκθεση του θέματος.
Με τον επίλογο συνήθως επιδιώκονται δύο κυρίως σκοποί, η ανάμνηση, που επιτυγχάνεται με μια συντομότατη ανακεφαλαίωση των βασικών θέσεων του λόγου και η παθοποιία που καταλήγει σε προτροπή ή αποτροπή.
5α. 1-ι, 2-ε, 3-στ, 4-β, 5-α, 6-θ, 7-γ, 8-ζ, 9-δ, 10-η.
β. Αρση, έπαρση, άρδην, μετέωρος, αντάρτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου