30.11.10

Β.2.2.2. ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΠΕΔΙΟ
ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ



Στο παραπάνω γράφημα παρουσιάζονται τα γενικά δεδομένα της δεύτερης κατηγορίας, του πολιστισμικού πεδίου, σχετικά με το φύλο των συμμετεχόντων. Το πεδίο αυτό χαρακτηρίζεται από 342 αναφορές, από τις οποίες οι 178 (52%) προέρχονται από άνδρες και οι 164 (48%) από γυναίκες.

Σχετικά με τον τόπο κατοικίας των υποκειμένων της έρευνας, τα χωριά που συγκεντρώνουν τις περισσότερες αναφορές στο συγκεκριμένο πεδίο είναι ο Κόμανος με ποσοστό 33,9%, ακολουθεί ο Φούφας (14,3%) και έπειτα ο Περδίκας με ποσοστό 13,5%. Σημαντικό είναι και το ποσοστό που συγκεντρώνει το χωριό της Ολυμπιάδας (9,4%) και ακολουθούν τα υπόλοιπα χωριά με λιγότερες αναφορές.
Οι αναφορές του πολιτισμικού πεδίου κατηγοριοποιήθηκαν ανάλογα με την ηλικία των υποκειμένων της έρευνας. Συγκεκριμένα, τις περισσότερες αναφορές (119) συγκεντρώνουν όσοι βρίσκονται μεταξύ 66 και 75 ετών, ακολουθούν όσοι εντάσσονται μεταξύ 76 και 85 ετών (101) και στις υπόλοιπες κατηγορίες αναλογούν μικρότερα ποσοστά και λιγότερος αριθμός αναφορών.

Τις περισσότερες επίσης αναφορές σχετικά με το επάγγελμα των ατόμων, συγκεντρώνει ο κλωστουφαντουργικός τομέας με ποσοστό 51,5%, ακολουθεί ο αγροτο-γεωργο-κτηνοτροφικός τομέας (24%) και όσοι απασχολούνται στη Δ.Ε.Η κατέχουν το 17,8%.


Οι αναφορές κατηγοριοποιήθηκαν και κατά το εκπαιδευτικό επίπεδο των συμμετεχόντων. Παρατηρούμε επομένως πως τις περισσότερες αναφορές (127) συγκεντρώνουν οι απόφοιτοι της Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού, με ποσοστό 37,1%. Ακολουθούν οι απόφοιτοι της Γ’ και Δ΄Δημοτικού με 71 αναφορές και ποσοστό 20,8%, καθώς και οι απόφοιτοι της Α’ και Β΄Δημοτικού με ποσοστό 17,3%. Ακολουθούν οι υπόλοιπες κατηγορίες με μικρότερα ποσοστά.

Στο παραπάνω γράφημα ταξινομούνται οι αναφορές ανάλογα με τρεις χρονικές περιόδους: παρατηρούμε πως η πλειοψηφία των αναφορών (307) εντάσσεται στην αρχική περίοδο εγκατάστασης των προσφύγων από το 1922 μέχρι το 1939, με ποσοστό 89,8%. Ακολουθεί το χρονικό διάστημα σχετικά με τη χρονική στιγμή του εμφυλίου, συγκεκριμένα από το 1940 έως το 1949, με ποσοστό 5,8 % και τέλος το χρονικό διάστημα από το 1950 μέχρι σήμερα, με ποσοστό 4,4%.

Οι αναφορές της θεματικής του πολιτισμικού πεδίου ταξινομήθηκαν ανάλογα με τη συχνότητά τους σε επτά κατηγορίες. Συγκεκριμένα, τις περισσότερες αναφορές (109) τις συναντούμε στην κατηγορία της γλωσσικής διαφοροποίησης, με ποσοστό 31,9%, ακολουθεί η κατηγορία της γενικευμένης διαφοροποίησης, με ποσοστό 24,3% και 83 αναφορές και έπειτα η κατηγορία σχετικά με τη διαφοροποίηση σε καθημερινές ασχολίες-εργασία με ποσοστό 22,5%. Ακολουθούν οι υπόλοιπες κατηγορίες με μικρότερα ποσοστά και λιγότερο αριθμό αναφορών.

Οι 342 αναφορές που σχετίζονται με τη θεματική του πολιτισμικού πεδίου, ταξινομήθηκαν σε ευρύτερες κατηγορίες, από τις οποίες μόνο μία, αυτή της γλωσσικής διαφοροποίησης, η οποία συγκεντρώνει 108 αναφορές, επιμερίστηκε σε 3 υποκατηγορίες. Την πλειοψηφία των αναφορών (50) βρίσκουμε στην υποκατηγορία της γλωσσικής καταπίεσης, με ποσοστό 14,6%, ακολουθεί η υποκατηγορία του διαφορετικού γλωσσικού κώδικα με 31 αναφορές και ποσοστό 9,1% και έπεται η υποκατηγορία της γλωσσικής ελευθερίας με ποσοστό 7,9%.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
Σε επίπεδο κατηγοριών έχουμε τα εξής αποτελέσματα:
1. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΦΥΛΟ ΤΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ

2. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

3. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΗΛΙΚΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ


4. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ



6. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ


Από τα παραπάνω γραφήματα και τους πίνακες του παραρτήματος, παρατηρούμε πως οι επτά κατηγορίες του πολιτισμικού πεδίου συγκεντρώνουν 342 αναφορές. Αναφορικά με τα γενικά στοιχεία των συμμετεχόντων στην έρευνα, παρατηρούμε τα εξής: οι άνδρες συγκέντρωσαν τις περισσότερες αναφορές (178) και οι γυναίκες 164. Η πλειοψηφία εντάσσεται κυρίως στην κατηγορία της γλωσσικής διαφοροποίησης, ακολουθεί η γενικευμένη διαφοροποίηση και οι διαφορές σχετικά με τις καθημερινές ασχολίες και την εργασία.
Αναφορικά με τον τόπο κατοικίας των υποκειμένων της έρευνας, ο συντριπτικός αριθμός των αναφορών (116) συγκεντρώνεται στο χωριό Κόμανος και ακολουθούν τα χωριά Φούφας και Περδίκας με 49 και 46 αναφορές αντίστοιχα. Αρκετές αναφορές επίσης (32) συγκεντρώνει και το χωριό της Ολυμπιάδας. Τα περισσότερα χωριά συγκλίνουν στην άποψη της γλωσσικής διαφοροποίησης μεταξύ γηγενών και προσφύγων και ακολουθεί η κατηγορία της γενικευμένης διαφοροποίησης μεταξύ των δύο ομάδων. Αρκετές αναφορές υπάρχουν και στην κατηγορία της διαφοροποίησης σε καθημερινές ασχολίες και στην εργασία, καθώς επίσης και στην κατηγορία της εκπαιδευτικής διαφοροποίησης μεταξύ γηγενών και προσφύγων. Ελάχιστες είναι οι αναφορές για τη διαφορά στο οικονομικό επίπεδο των δύο ομάδων, καθώς και στα ήθη και έθιμα, παράλληλα με τις ελάχιστες διαφορές που παρατηρούνται σε θρησκευτικό επίπεδο.
Σχετικά με την ηλικία των συμμετεχόντων, την πλειοψηφία των αναφορών (119) συγκεντρώνουν όσοι βρίσκονται μεταξύ 66 και 75 ετών, ακολουθούν όσοι βρίσκονται μεταξύ 76 και 85 ετών (101 αναφορές) και όσοι ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα μεταξύ 55 και 65 ετών (81 αναφορές). Παρατηρείται πως και σε αυτήν τη μεταβλητή η πλειοψηφία συμφωνεί αρχικά στη γλωσσική διαφοροποίηση και έπειτα στη γενικευμένη διαφοροποίηση που χαρακτήριζε τις δύο ομάδες. Το ίδιο δεδομένο προκύπτει επίσης σχετικά με το επάγγελμα και το εκπαιδευτικό επίπεδο των συμμετεχόντων. Στις συγκεκριμένες μεταβλητές περισσότερες αναφορές συγκεντρώνουν ο κλωστοϋφαντουργικός τομέας (176 αναφορές) και έπειτα ο αγροτο-γεωργο-κτηνοτροφικός (82). Οι υπάλληλοι της Δ.Ε.Η. συγκεντρώνουν 61 αναφορές. Αναφορικά με το εκπαιδευτικό επίπεδο των υποκειμένων, οι απόφοιτοι της Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού συγκεντρώνουν 127 αναφορές, ακολουθούν όσοι τελείωσαν την Γ’ και Δ’ Δημοτικού με 71 αναφορές και οι απόφοιτοι της Α’ και Β’ Δημοτικού με 59 αναφορές.
Στο πολιτισμικό πεδίο επίσης, οι περισσότερες αναφορές (307) σχετίζονται με το χρονικό διάστημα της εγκατάστασης των προσφύγων (1922-1939), 20 αναφέρονται στο χρονικό διάστημα του εμφυλίου και μόνο 15 σχετίζονται με τα μεταπολεμικά γεγονότα. Και στις τρεις χρονικές περιόδους προέχει η γλωσσική και ακολουθεί η γενικευμένη διαφοροποίηση. Το δεδομένο αυτό μπορεί να δικαιολογηθεί από την άποψη, πως οι διαφορές μεταξύ γηγενών και προσφύγων έγιναν ευδιάκριτες και αποσαφηνίστηκαν, κυρίως κατά την εγκατάσταση των προσφύγων στα χωριά της Εορδαίας, όπου αναγκαστικά οι δύο ομάδες έπρεπε να συμβιώσουν και να προσαρμοστούν και οι δύο στα δεδομένα της εποχής και του τόπου.
Τέλος, όσον αφορά τη γενικότερη στάση των γηγενών απέναντι στους πρόσφυγες, στην κατηγορία του πολιτισμικού πεδίου, η συντριπτική πλειοψηφία των αναφορών (158) αποτυπώνει μια αρνητική στάση των γηγενών απέναντι στους πρόσφυγες και 82 αναφορές σχετίζονται με μια ουδέτερη στάση. Στην τρίτη θέση της διαβάθμισης των αναφορών βρίσκεται η πολύ αρνητική στάση με 64 αναφορές και ακολουθεί η θετική και η πολύ θετική στάση με 30 και 8 αναφορές αντίστοιχα.
Είναι σημαντικό πως η αρνητική στάση επικεντρώνεται κυρίως στη διαφοροποίηση σε καθημερινές ασχολίες και στην εργασία, σε αντίθεση με την πολύ αρνητική, που εστιάζει στη γλωσσική διαφοροποίηση. Τα δεδομένα αυτά πιθανότατα ερμηνεύονται από το ότι οι διαφορές των προσφύγων στις καθημερινές ασχολίες, αποτελούσαν για τους γηγενείς ένα σημαντικό κομμάτι της καθημερινότητας, που καθόρισε τη γενική τους στάση απέναντι στους πρόσφυγες, κατά κύριο λόγο αρνητική, καθώς επιζητούσαν ίσως ένα χώρο ταύτισης και προσέγγισης με τους καινούργιους κάτοικους που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή τους. Η γλωσσική διαφοροποίηση εξάλλου κατέστησε τους γηγενείς αρνητικά διακείμενους απέναντι στους πρόσφυγες, καθώς η συνεννόηση καθίστατο δύσκολη και δυσχέρανε την ομαλή συμβίωση μεταξύ τους.
ΥΠΟΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ
Ειδικότερα όσον αφορά τη γλωσσική διαφοροποίηση προέκυψαν και οι εξής επιμέρους κατηγοριοποιήσεις:

2. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ






4. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ
5. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ

6. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ


7. ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ

Όπως προαναφέρθηκε, από τις επτά κατηγορίες του πολιτισμικού πεδίου, μόνο μία, η γλωσσική διαφοροποίηση επιμερίστηκε σε τρεις υποκατηγορίες. Τα παραπάνω γραφήματα και οι πίνακες του παραρτήματος σκιαγραφούν τις απόψεις των γηγενών σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονταν τη διαφορά στη γλώσσα. Συγκεκριμένα, σε σύνολο 108 αναφορών, οι 58 ανήκουν στους άνδρες και οι 50 στις γυναίκες. Τα δύο φύλα συμφωνούν αρχικά με την άποψη ότι καταπιέζονταν γλωσσικά από τους πρόσφυγες και έπειτα τονίζουν την ύπαρξη ενός διαφορετικού γλωσσικού κώδικα, που δυσχέρανε τη συνεννόησή τους.
Το ίδιο δεδομένο παρατηρούμε σχετικά με τον τόπο κατοικίας των συμμετεχόντων. Τις περισσότερες αναφορές, εντοπίζουμε στα χωριά Κόμανος (35), Φούφα (17), Περδίκα (13) και Ολυμπιάδα (11).
Η πλειοψηφία εξάλλου των αναφορών (74) σχετίζονται με το χρονικό διάστημα της εγκατάστασης των προσφύγων (1922-1939). Ακολουθεί το χρονικό διάστημα του εμφυλίου με 20 αναφορές και τις λιγότερες συγκεντρώνει το μεταπολεμικό διάστημα (14). Επομένως οι γηγενείς αισθάνονταν γλωσσικά καταπιεσμένοι, στην αρχή της επαφής τους με τους πρόσφυγες, παρά στα χρόνια του εμφυλίου. Ακόμα παρατηρούμε πως ο διαφορετικός γλωσσικός κώδικας μεταξύ των δύο ομάδων, δημιούργησε περισσότερα προβλήματα στην αρχική περίοδο εγκατάστασης των προσφύγων, παρά στην περίοδο της εμφύλιας διαμάχης.
Τέλος, σε μια αξιολόγηση της στάσης των γηγενών απέναντι στους πρόσφυγες σχετικά με τη γλωσσική διαφοροποίηση, παρατηρούμε κυρίως μια αρνητική (44 αναφορές) και πολύ αρνητική στάση (31 αναφορές), προερχόμενη κυρίως από τη γλωσσική καταπίεση. Η ανελευθερία επομένως στη γλωσσική έκφραση και η καταπίεση που αισθάνονταν οι γηγενείς από τους πρόσφυγες, καθιέρωσε μια αρνητική στάση απέναντι στους δεύτερους, καθώς οι γηγενείς αισθάνονταν αδύναμοι και περιορισμένοι στην έκφραση της γλωσσικής τους ταυτότητας και κατ’ επέκταση του εθνικού αυτοπροσδιορισμού τους.
Η κατηγορία του πολιτισμικού πεδίου συγκεντρώνει 342 αναφορές οι οποίες επιμερίστηκαν σε επτά κατηγορίες. Με βάση την κατηγοριοποίηση των αναφορών και τα δεδομένα που προκύπτουν, μπορούμε να επιχειρήσουμε να φτάσουμε σε κάποια γενικά συμπεράσματα.
Η πλειοψηφία των αναφορών επικεντρώνεται κυρίως στην κατηγορία της γλωσσικής και της γενικής διαφοροποίησης. Στο αρχικό διάστημα της εγκατάστασης των προσφύγων, οι γηγενείς τονίζουν τη διαφοροποίηση αυτών από τους ίδιους, κυρίως στην άσκηση των καθημερινών ασχολιών και της εργασίας. Την περίοδο του εμφυλίου η γλωσσική καταπίεση είναι έντονη και πυροδοτεί το φόβο και το μίσος των γηγενών απέναντι στους πρόσφυγες, σε αντίθεση με τη μεταπολεμική περίοδο όπου επικρατεί γλωσσική ελευθερία και οι σχέσεις βελτιώνονται. Ωστόσο η γενική στάση των γηγενών είναι αρνητική απέναντι στη διαφοροποίηση που εμφανίζουν οι πρόσφυγες, κυρίως στο θέμα των καθημερινών ασχολιών και της γλώσσας.
Παρατηρούμε πως το φύλο των συμμετεχόντων επηρεάζει τις απαντήσεις τους σε πολιτισμικό επίπεδο, αν και τις περισσότερες αναφορές των δύο φύλων τις εντοπίζουμε στην κατηγορία της γλωσσικής διαφοροποίησης. Ωστόσο οι απαντήσεις των γυναικών υπερτερούν σχετικά με τη γενικευμένη και εκπαιδευτική διαφοροποίηση, σε αντίθεση με τους άνδρες οι οποίοι υπερτερούν αναφορικά με τη θρησκευτική, γλωσσική και οικονομική διαφοροποίηση. Το δεδομένο αυτό μπορεί εν μέρει να ερμηνευθεί από την άποψη ότι οι γυναίκες συναναστρέφονταν τους πρόσφυγες περισσότερο σε καθημερινά ζητήματα και ασχολίες, ενώ οι άνδρες σε οικονομικά ζητήματα, πράγμα που διευκόλυνε τις απαντήσεις τους στο συγκεκριμένο πεδίο.
Παρόλο επίσης που η πλειοψηφία των χωριών συγκλίνει στην άποψη περί γλωσσικής διαφοροποίησης, ωστόσο μπορούμε να ισχυριστούμε πως ο τόπος κατοικίας δημιουργεί ισχυρή συσχέτιση με τις απαντήσεις των ατόμων, καθώς οι καταστάσεις, οι συνθήκες, ακόμα και ο χαρακτήρας των προσφύγων ήταν διαφορετικός από χωριό σε χωριό. Πέρα από τη γενική άποψη επομένως, το κάθε χωριό εμφανίζει διαβαθμίσεις σε σχέση με τις αναφορές που παρατηρούνται σε κάθε κατηγορία. Συγκεκριμένα, τα χωριά Κόμανος, Περδίκας, Φούφας, κρατούν την πιο αρνητική στάση, σε αντίθεση με τα χωριά της Ασβεστόπετρας, Ολυμπιάδας και Προαστίου, τα οποία είναι πιο ευνοϊκά, δεδομένου της γλωσσικής ελευθερίας που επικρατούσε.
Είναι σημαντικό πως οι απαντήσεις των ατόμων επηρεάζονται από το χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρονται. Η συντριπτική πλειοψηφία αναφέρεται στο διάστημα της εγκατάστασης των προσφύγων και ακολουθεί με λιγότερες αναφορές το διάστημα του εμφυλίου. Επομένως σχετικά με τις διαφορές στις επιμέρους κατηγορίες, καθίσταται κατανοητό πως οι περισσότερες αναφορές εντάσσονται στο πρώτο χρονικό διάστημα, καθώς οι δύο ομάδες δε γνώριζαν η μία την άλλη και η αναγκαστική συμβίωση, τους επέτρεψε μια πιο στενή επαφή, όπου οι διαφορές μεταξύ τους έγιναν πιο ξεκάθαρες και ευδιάκριτες.
Πέρα από αυτό και η κατηγορία της γλωσσικής διαφοροποίησης εστιάζει κυρίως στο ότι οι γηγενείς καταπιέζονταν γλωσσικά από τους πρόσφυγες, γεγονός που επέτρεψε τη διαμόρφωση μιας γενικά αρνητικής στάσης των γηγενών απέναντί τους, καθώς ένιωθαν ότι τους στερούν τη γλωσσική έκφραση και τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό τους.
Γενικά παρατηρούμε πως οι απαντήσεις των ατόμων διαμόρφωσαν μια αρνητική στάση όσον αφορά το συγκεκριμένο πεδίο. Η αρνητική αυτή στάση προκύπτει κυρίως από τη γλωσσική διαφοροποίηση και τις διαφορές σχετικά με καθημερινές ασχολίες και την εργασία. Επομένως  η διάσταση απόψεων και η διαφορά νοοτροπίας μεταξύ γηγενών και προσφύγων, έκαναν τους πρώτους να αντιμετωπίσουν αρνητικά τους δεύτερους, καθώς η καθημερινότητα και η γλωσσική έκφραση αποτέλεσαν ζωτικό σημείο για την ομαλή συμβίωση των δύο πληθυσμών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου