19.11.10


ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ «ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ»
ΕΝΟΤΗΤΑ 2Η
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ

·         φύσις: φύση, φυσικός, φυσικότητα, φυλλάδιο, φύλλωμα, φυσιογνωμία, φυσιοδίφης, ευφυΐα, κατάφυτος, έμφυτος, εμφύλιος.
·         παραγίγνομαι < παρά + γίγνομαι: γίνομαι, γενέθλια, γενεά, γένος, γνήσιος, γονέας, γόνος, γυναίκα, γαμπρός, αγενής, αγέννητος.
·         δύναμις = ἰσχύς #  ἀδυναμία, ἀσθένεια.
ομόρρ.: δυνατότητα, δυνατός δυναμικός, δυναστεύω, δυνάστης, αδυναμία, αδυνατώ.
·         ἐνέργεια: έργο, εργάζομαι, εργάτης, εργατικότητα, ανεργία, απεργία, εργασιομανής, εργαλειοθήκη, όργανο, οργανισμός.
·         ἀποδίδωμι = δωροῦμαι, ἐπιτρέπω # δέχομαι, λαμβάνω.
ομόρρ.: δόση, δωρεά, δωρίζω, δώρο, ανέκδοτο, αντίδοτο, εκδίδω, ενδίδω, προδότης, αιμοδότης.
·         ὁράω-ῶ = θεῶμαι, θεωρῶ, βλέπω, ἐξετάζω # τυφλώττω.
όραση, όραμα, οραματισμός, πανόραμα, όψη, οπτικός, οφθαλμός, οφθαλμίατρος.
·         ἔχω: σχετικός, ακατάσχετος, σχέδιο, σχεδόν, ενοχή, κατοχή, κατάσχεση, παροχή, περιοχή.
·         ἄλλος = ἀλλότριος, ἀλλοῖος # ἴδιος, οἰκεῖος
ομόρρ.: αλλά, αλλιώς, αλλού, αλλάζω, αλλαγή, αλλοιώνω, αλλοτριώνω, αλλοτρίωση, αλληλοεκτίμηση, αλληλογραφία.
·         σώφρων = ἐχέφρων, συνετός # ἄφρων, ἀσύνετος, μωρός.
ομόρρ.: σωφροσύνη, σωφρονισμός, σωφρονιστικός.
Επιμέλεια: Γκέκα Βάγια
Φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου