18.5.09

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ

ΠΗΓΕΣ


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΟΜΜΑΤΑ

-->
ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΕΝΟΤΗΤΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ
ΕΝΟΤΗΤΑ Β
ΠΗΓΗ 1
Σύνταγµα του 1844
Η σύµπραξη πάντως της εθνικής Συνέλευσης, σαν λαϊκής αντιπροσωπείας, στην κατάρτιση του Συντάγµατος του 1844 προσέδωσε σ’ αυτό χαρακτήρα «συµβολαίου» ανάµεσα στο λαό και τον µονάρχη. Θα πρέπει να διευκρινιστεί εδώ ότι τα κυρίαρχα στοιχεία της λαϊκής αντιπροσωπείας, που είχε συµπράξει στις σχετικές διαδικασίες, συνέθεσαν φατρίες από την άρχουσα τάξη, που έλεγχε την εξουσία σ’ όλη τη διάρκεια της επανάστασης, και οι οποίες, καθώς αποδείχτηκε, είχαν την ευχέρεια να µεταθέτουν τον πολιτικό αγώνα από τα άµεσα κοινωνικά και οικονοµικά προβλήµατα στο ζήτηµα της εγκαθίδρυσης συνταγµατικών θεσµών8. Κάτω από αυτές τις συνθήκες «Το αντιπροσω- πευτικόν σύστηµα εις µίαν κοινωνίαν εστερηµένην επαρκούς κατανοµής της γης και αναπτύξεως των µαζών, θα απετέλει κατ’ ανάγκην τον καταλληλότερον τρόπον επικρατήσεως της ολιγαρχίας δια των καλπών9». Ανεξάρτητα από τις συγκεκριµένες διαπιστώσεις, το Σύνταγµα του 1884 υπήρξε κάτι περισσότερο από ένα Σύνταγµα παραχωρηµένο: ένα «Σύνταγµα – συµβόλαιο» ή «Σύνταγµα – συνθήκη» ή, τέλος, «Σύνταγµα – συνάλλαγµα10».
Π. Πετρίδη, Πολιτικές δυνάµεις και συνταγµατικοί θεσµοί στη νεότερη Ελλάδα
(1844-1940), σ. 20-21
Λαµβάνοντας υπόψη σας το κείµενο του βιβλίου σας και το περιεχόµενο του παραθέµατος:
α) Να αποτιµήσετε τον χαρακτήρα του συντάγµατος του 1844.
β) Η καθιέρωση των συνταγµατικών-κοινοβουλευτικών θεσµών µετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεµβρίου ήταν αναγκαία αλλά αποδείχτηκε και ικανή συνθήκη για τη στερέωση των δηµοκρατικών θεσµών ή υπήρχε σηµαντική απόσταση µεταξύ τους; Να τεκµηριώσετε την απάντησή σας.
ΠΗΓΗ 2
Κουµουνδούρος ως ο πρώτος πολιτικός µε συνείδηση κοινοβουλευτική
Ο Κουµουνδούρος µπορεί να θεωρηθεί ως ο πρώτος Έλληνας πολιτικός µε συνείδηση κοινοβουλευτική. Ήθελε η κυβέρνησή του να στηρίζεται στην πλειοψηφία των βουλευτών και γι’ αυτό, µιλώντας στην βουλή, προσπαθούσε να πείσει και όχι να δελεάσει όπως επιδίωκε ο .εληγιώργης. Εκτιµούσε την αγχίνοια του Βούλγαρη και σεβόταν την πατριαρχική νοοτροπία του, αλλά αρνιόταν να υποταχθεί στον αυταρχισµό του. Συµπαθούσε το Δεληγιώργη, αλλά δεν τον εµπιστευόταν, γι’ αυτό και δε συνεργάστηκε µαζί του. Εκτιµούσε τον Τρικούπη, αλλά και τον αντιπαθούσε βαθύτατα, γι’ αυτό και τον χρησιµοποίησε µια και µόνη φορά. Ο Κουµουνδούρος είχε όλες τις αρετές που πρέπει να στολίζουν ένα κοινοβουλευτικό άνδρα. Ψυχραιµία, ανεξικακία, ελαστικότητα, προσαρµοστικότητα, καλή διάθεση, ευγένεια στους τρόπους, επιµέλεια, εργατικότητα, επιµονή, όσο και υποµονή, πραότητα. .εν θύµωνε και δεν λύπησε σχεδόν, κανένα, γι’ αυτό και τον χαρακτήριζαν «γλυκύτατο». Με απόλυτη ευλάβεια τηρούσε όλους τους κανόνες στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι και δεν προσπάθησε ποτέ να βγει έξω από τα συνταγµατικά πλαίσια. Αυτό που δεν του πήγαινε ήταν να βρεθεί στην ίδια κυβέρνηση µε το Βούλγαρη ...
Ι.Ε.Ε., τόµος ΙΓ΄, σ. 248
Λαµβάνοντας υπόψη σας το κείµενο του βιβλίου σας και το περιεχόµενο του παραθέµατος:
α) Να παρουσιάσετε τα αιτήµατα των οποίων εκφραστής υπήρξε ο Α. Κου- µουνδούρος.
β) Να τεκµηριώσετε το περιεχόµενο της φράσης «ο Κουµουνδούρος είχε όλες τις αρετές που πρέπει να στολίζουν έναν κοινοβουλευτικό άνδρα».
γ) Να αντιπαραθέσετε την κοινοβουλευτική συµπεριφορά του Κουµουνδούρου µ’ εκείνη του Κωλέττη.
ΠΗΓΗ 3
Σ’ ολόκληρη την περίοδο 1863-1875 είκοσι δύο κυβερνήσεις θα διαδεχτούν η µια την άλλη στην άσκηση της εξουσίας, µοιραίο επακόλουθο των παρεµβάσεων του θρόνου στην κοινοβουλευτική ζωή, µε συνέπεια την αποµάκρυνση κυβερνήσεων που διέθεταν την εµπιστοσύνη της Βουλής και τον διορισµό κυβερνήσεων από την κοινοβουλευτική µειοψηφία, παράλληλα προς την καταχρηστική διάλυση της Βουλής. ...
Στη νόθευση του πολιτεύµατος, παράλληλα µε το στέµµα, συντελούσαν και οι κοµµατάρχες της εποχής µε την µικροπολιτική τους. Τα κόµµατα που είχαν συµπήξει δεν εκπροσωπούσαν, όπως και στο παρελθόν, ούτε υπηρετούσαν ταξικά συµφέροντα, έχοντας σαν αποκλειστική µέθοδο διασύνδεσης τους µε το εκλογικό σώµα την προώθηση ατοµικών συµφερόντων συγκεκριµένων γεωγραφικών περιοχών. Τα κοινωνικά συµφέροντα της κυρίαρχης πολιτικής ολιγαρχίας ταυτίζονταν, άλλωστε, µε τα συµφέροντα της άρχουσας τάξη από την οποία και προέρχονταν κατά βάση οι πολιτευόµενοι. Ήταν επόµενο οι ηγετικές κοινωνικές οµάδες να µεταχειριστούν τον κοινοβουλευτισµό έτσι ώστε, διατηρώντας την κοινωνικοπολιτική τους υπόσταση, να έχουν τη δυνατότητα του ελέγχου των εκλογικών διαδικασιών.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η συµµετοχή των πολιτών (φαινοµενικά πλατιά) στη συγκρότηση της κρατικής εξουσίας, στην ουσία παρέµεινε περιορισµένη, αφού εξαρτιόταν από την πολιτική επιρροή, την κοινωνική επιβολή και την ιδεολογική ηγεµονία της άρχουσας τάξης, που εξασφάλιζε κατά κανόνα την ποθητή αντιπροσώπευση της στο κοινοβούλιο. Έτσι ο λαός, αποκλεισµένος απ’ τα πρώτα κιόλας χρόνια της επανάστασης από τις πολιτικές διαδικασίες, ήταν αναγκασµένος να ακολουθεί ή να ταυτίζεται µε τον εκάστοτε αρχηγό του ισχυρότερου κατά περίσταση, κόµµατος που κι αυτό ήταν εξαρτηµένο από τοπικούς κοµµατικούς παράγοντες.
Το 1875, οι ξενοκίνητοι, λόγω της κοινωνικοοικονοµικής εξάρτησης του ελλαδικού χώρου, πολιτικοί µηχανισµοί θα ακολουθήσουν και στον εξωτερικό τοµέα αντιφατική πολιτική, επηρεασµένοι από τη συναισθηµατική πίεση του εθνικού φρονήµατος στο εσωτερικό και του ψυχρού πραγµατισµού των επιταγών των ξένων συµφερόντων. Οι πολιτικοί αρχηγοί της εποχής (Βούλγαρης, Κουµουνδούρος, .εληγιώργης και Ζαΐµης) θα υποταχθούν κι αυτοί στην αναγκαστική πορεία µέσα στον δαιδαλώδη χώρο των πολιτικών εφαρµογών που οι «προστάτιδες» Δυνάµεις απαιτούσαν.
Βλ. Κ. Τσουκαλά, Κοινωνική ανάπτυξη και κράτος. Η συγκρότηση του δηµοσίου χώρου στην
Ελλάδα (1981), σ. 315 κ.ε.
Λαµβάνοντας υπόψη σας το κείµενο του βιβλίου σας και του παραθέµατος:
α) Να αναφέρετε τους παράγοντες που «ενέχονται» (συνέβαλλαν) στην πολιτική αστάθεια της περιόδου 1863-1875 και να αξιολογήσετε το βαθµό «ευθύνης» τους.
β) Να προσδιορίσετε τις παρατάξεις στις οποίες ανήκαν ο Βούλγαρης και ο Δεληγιώργης και να επισηµάνετε τις διαφορές τους.
ΠΗΓΗ 4
Τότε ακριβώς ο Τρικούπης σκέφθηκε ότι ήταν ευκαιρία να εξυγιάνει, όπως νόµιζε, τον πολιτικό κόσµο από τα µιάσµατά του και να εξευγενίσει το ιδεολογικό περιεχόµενο των κοµµάτων. Με το κύρος του κατόρθωσε, ώστε να
επιβληθεί σε µια βουλή που αποτελούνταν από πρώην οπαδούς του Δηλιγιάννη, και να εγκριθεί µε καταπληκτική πλειοψηφία ο νέος εκλογικός νόµος, που περιόριζε τον αριθµό των βουλευτών από 240 –245 σε 150 µόνο και ο οποίος καθιέρωνε την ευρεία περιφέρεια αντί της στενής, µε βάση της οποίας γίνονταν ως τότε οι εκλογές στην Ελλάδα. Με την µεταρρύθµιση αυτή ο Τρικούπης ήλπιζε δύο πράγµατα· 1) ότι µέσα από µια µεγάλη περιφέρεια θα υπήρχαν µεγαλύτερες πιθανότητες να βελτιωθεί το ποιόν των βουλευτών· και 2) ότι θα συντριβόταν η δύναµη των τοπικών κοµµαταρχίσκων, και έτσι θ’ αποδεσµευόταν ο λαός απ’ αυτούς και θα διευκολυνόταν ν’ αποκτήσει µια υπεύθυνη προσωρινή γνώµη για τα πολιτικά πρόσωπα. Σκοπός του Τρικούπη ήταν να δηµιουργήσει τις προϋποθέσεις εκείνες που θα ευνοούσαν την ανάδυση νέων πολιτικών κοµµάτων, κοµµάτων όµως αρχών και όχι
προσώπων, όπως ήταν τα κόµµατα τότε, αν εξαιρούσε κανείς εν µέρει το φιλελευθέρων – ριζοσπαστικών αρχών κόµµα του Τρικούπη. Η προσπάθεια όµως αυτή απέτυχε. Η δύναµη των επαρχιακών παραγόντων έµεινε σταθερή, γιατί αυτοί κατευθύνονταν τώρα από το κέντρο, η συναλλαγή των κοµµαταρχών-βουλευτών-κυβερνήσεως εξακολουθούσε, οι κοµµατικοί αγώνες έφθαναν ως τον εκτραχηλισµό και τα πολιτικά κόµµατα έµειναν προσωποπαγή.
Απ. Βακαλόπουλου, Νέα Ελληνική Ιστορία 1204-1985,
εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 313-314
Αφού λάβετε υπόψη το παραπάνω κείµενο να επισηµάνετε:
α) Τις µεταρρυθµίσεις που εισήγαγε ο Χ. Τρικούπης για να επιτύχει την εξυγίανση των πολιτικών κοµµάτων.
β) Τα αποτελέσµατα των προσπαθειών του.


-->
ΙΣΤΟΡΙΑ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ, ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΚΟΜΜΑΤΑ
ΕΝΟΤΗΤΑ Γ
ΠΗΓΗ 1
Τα δυο κόµµατα
Χαρακτηριστική είναι η ονοµασία των δύο κοµµάτων: ο Τρικούπης είχε το «Νεωτερικό» κόµµα, ενώ ο Δηλιγιάννης το «Εθνικό». Για τον Τρικούπη, νεωτερισµός ήταν η διάκριση των εξουσιών και η ανάπτυξη της ιδιωτικής κοινωνίας µέχρι την αυτονόµησή της. Για τους αντιπάλους του, «εθνική» ήταν αυτή καθαυτή η ανάπτυξη του ανάµικτου «κρατικό-κοινωνικού» συγκροτήµατος, µέσα στο οποίο έδρευαν αναπόσπαστα και τα ιδιωτικά συµφέροντα. Έτσι ο αγώνας µεταξύ των δυο παρατάξεων αναφερόταν πρώτιστα στη χρήση της κρατικής µηχανής, και γι’ αυτό ήταν κατευθείαν πολιτικός. Από τα δύο πολιτικά προγράµµατα, του Τρικούπη ήταν περισσότερο εντοπισµένο κοινωνικά: εξυπηρέτηση του µεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου στην πορεία για την αστικοποίηση και τον εξευρωπαϊσµό των κοινωνικών σχέσεων. Οι επιδιώξεις του Δηλιγιάννη ήταν λιγότερο χρωµατισµένες ταξικά, πράγµα που επέτρεπε τη συνύπαρξη στον ίδιο χώρο «όλων των δυσαρεστηµένων, από την άκρα δεξιά ως την άκρα αριστερά». Κοινός παρανοµαστής µέσα στο δηλιγιαννικό
συνονθύλευµα ήταν η άρνηση του χωρισµού των εξουσιών. Κεντρικός στόχος του αντιτρικουπισµού ήταν όχι ο µερισµός, αλλά η συγκέντρωση των εξουσιών και η διεύθυνσή τους από την πολιτική. Χαρακτηριστικό του Τρικούπη ήταν το πάθος για την οικονοµική ανάπτυξη, ενώ των αντιπάλων του το πάθος για την αναρρίχηση στα δηµόσια αξιώµατα και για την κυριαρχία της πολιτικής εξουσίας πάνω στην οικονοµική. Έτσι, ο Τρικούπης κατηγορήθηκε σαν «πλουτοκράτης», ενώ οι αντίπαλοί του σαν «αρχοµανείς». Στην ολιγαρχία του πλούτου αντιτάχθηκε η ολιγαρχία της πολιτικής ζωής. Η πρώτη χειραγωγήθηκε από τους κεφαλαιούχους, ενώ η δεύτερη από το πνεύµα του µικροαστισµού και του λαϊκισµού. Μέσα στο δηλιγιαννικό στρατόπεδο βρέθηκαν επίσης και οι προερχόµενοι από τα παλαιά «τζάκια» και τον κοτζαµπασισµό. Όµως, τα παλιά αυτά στρώµατα είχαν ξεπέσει οριστικά. Τους ήταν αδύνατο πια να λειτουργήσουν «οπισθοδροµικά» σαν µια «φεουδαρχική αντίδραση». Αντίθετα, η πολιτική τους παρουσία πήρε αναπότρεπτα τη µορφή της «αρχοµανίας», της «θεσιθηρίας», της δηµοσιοϋπαλληλίας (µιας «φατριαστικής υπαλληλίας», όπως την χαρακτήρισε ο ίδιος ο Τρικούπης). Έτσι, ο παλιός κοτζαµπασισµός εµφανίσθηκε µε τη µορφή του εκσυγχρονισµένου µικροαστισµού και λαϊκισµού. Οι µεταβολές της ελληνικής κοινωνίας µετά το 1860 ήταν µεγάλες και οριστικές: στο εξής το βασικό δίληµµα δεν ήταν πια αν η Ελλάδα θα πήγαινε προς τα εµπρός ή προς τα πίσω, αλλά αν θα ακολουθούσε το δρόµο της αναπτύξεως του κεφαλαίου ή την προοπτική του µικροαστισµού. Το κράτος, για τον Τρικούπη, ήταν ένα εργαλείο για την οικονοµική ανάπτυξη, ενώ για το .ηλιγιάννη ήταν ένας αντικειµενικός στόχος. Ο Τρικούπης απέβλεπε στο να χρησιµοποιήσει το κράτος, ενώ ο Δηλιγιάννης στο να το κατακτήσει. Έτσι, ο κρατικός παρεµβατισµός στην οικονοµική και κοινωνική ζωή ήταν επιδίωξη παροδική για τον ένα, µονιµότερη για τον άλλο.
Ι.Ε.Ε., τόµ. Ι.΄, σ. 22
Λαµβάνοντας υπόψη το παραπάνω κείµενο και τις γνώσεις σας από το σχολικό βιβλίο να αναφέρετε τα στοιχεία της πολιτικής του Χ. Τρικούπη και των αντιπάλων του που αιτιολογούν το χαρακτηρισµό του µεν Χ. Τρικούπη ως «πλουτοκράτη», των δε αντιπάλων του ως «αρχοµανών».
ΠΗΓΗ 2
Ο Δηλιγιαννισµός
Από την άλλη πλευρά, ο δηλιγιαννισµός, ή µάλλον ο αντιτρικουπισµός, αποτελούσε ένα κίνηµα όχι λιγότερο νέο από το προηγούµενο. Προερχόταν ασφαλώς από την παράδοση του Ι. Κωλέττη και του Αλ. Κουµουνδούρου. Στις γραµµές του βρίσκουµε τους οπαδούς των παλιών κοµµάτων µε το γαλλικό και ρωσικό προσανατολισµό. Φαίνεται ότι το κοινό στοιχείο και των δυο αυτών τάσεων ήταν ο αντι-αγγλισµός, ο οποίος τις οδήγησε ως τη συγχώνευση σε ένα ενιαίο κόµµα. Ο αντι-αγγλισµός του κόµµατος αυτού έγινε ακόµα πιο έκδηλος όταν αργότερα άρχισε να εγκαταλείπει και τη Ρωσία και τη Γαλλία, προκειµένου να βρεθεί στην ίδια πλευρά µε το ανερχόµενο στρατόπεδο της κεντρικής Ευρώπης και ειδικότερα µε τη Γερµανία.
Στο αντι-τρικουπικό στρατόπεδο συσπειρώθηκαν τα στοιχεία του εγχώριου (µικρο) αστισµού. Ολόκληρο το απρόσωπο πλέγµα σχέσεων γύρω από το κράτος και την πολιτική εξουσία προσπάθησε να αποτρέψει τον επιδιωκόµενο (από τον Τρικούπη) έλεγχο του µεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου. Οι αντιτρικουπικοί δεν ήταν εναντίον του κεφαλαίου, αλλά ήθελαν να το θέσουν υπό τον έλεγχο της κρατικής µηχανής. Στιγµάτιζαν µε υστερικό πάθος την κερδοσκοπία, το χρηµατιστήριο, το χρηµατικό κεφάλαιο, το χρηµατικό πλούτο, την τοκογλυφία, την τραπεζική παντοδυναµία. Κήρυσσαν τον πόλεµο στους ξένους, στην Ευρώπη, στους πλούσιους Έλληνες της διασποράς. Παρόλα αυτά, ήταν υπέρ των παραγωγικών επενδύσεων, µέσα από έναν κατάλληλο κυβερνητικό προσανατολισµό. Ακόµα και παλιές οικογένειες κοτζαµπάσηδων και «τζακιών» που ξέπεσαν, έρχονταν να συµπαραταχθούν στα πλαίσια της αντι-τρικουπικής παρατάξεως. Παρά την παραδοσιακή µορφή πολλών από αυτούς που µετείχαν στη δηλιγιαννική παράταξη, ωστόσο έχουµε να κάνουµε µε ένα φαινόµενο εξίσου νέο µε τον τρικουπισµό. Το φαινόµενο αυτό είναι νέο όχι µε βάση την προέλευση των στρωµάτων που το συγκροτούσαν, αλλά µε βάση τις επιδιώξεις τους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι επιδιώξεις αυτές, ξεκινώντας από ένα δηµαγωγικό αντι-τρικουπισµό, κατέληξαν να αναφέρονται όλο και περισσότερο στο γερµανικό αναπτυξιακό υπόδειγµα.
Στο φιλελευθερισµό του αγγλικού κόµµατος του Τρικούπη, αντέτασσαν εθνικιστικά πρότυπα εµπνευσµένα από τον Κρόµγουελ, τον Καποδίστρια, το Βίσµαρκ. Έτσι, ο δηλιγιαννισµός, στην προσπάθειά του να εµποδίσει το τρικουπικό έργο, κατέληξε να διαµορφώσει στην πράξη ένα πρόγραµµα µε αναφορές όχι στο παρελθόν, αλλά στο παρόν και στο µέλλον. Το πρόγραµµα αυτό αντιτιθόταν στο τρικουπικό, αλλά αυτό δε σηµαίνει και ότι επιδίωκε το γύρισµα της ιστορίας προς τα πίσω. Αντίθετα, επιδίωκε έναν ορισµένο κοινωνικό εκσυγχρονισµό µε άξονα της όλης προσπάθειας το κράτος. Ενώ ο Τρικούπης προσέβλεπε στην αγγλική κοινωνία και γι’ αυτό επιδίωκε να ενισχύσει την οικονοµία και να αποδυναµώσει την πολιτική εξουσία, ο Δηλιγιάννης επιδίωκε ακριβώς το αντίθετο: ισχυρή πολιτική εξουσία που να ελέγχει και την οικονοµία. Ο Θ. Δηλιγιάννης ξιφουλκούσε κατά της πλουτοκρατίας, κατά του χρηµατικού και χρηµατιστικού κεφαλαίου, υποσχόταν ένα συνδυασµό της οικονοµικής προόδου µε την κοινωνική δικαιοσύνη και κυρίως επιζητούσε να ενισχύσει τη δύναµη του κράτους. Είχε ως κανόνα της διεθνούς πολιτικής του την υποστήριξη της Γαλλίας, όµως ερωτοτροπούσε ακόµα και µε τη Ρωσία και θαύµαζε βαθύτατα τη Γερµανία. Έτσι, κατόρθωσε να συσπειρώσει γύρω του ολόκληρη την αντιτρικουπική πανσπερµία.
Ι.Ε.Ε., τόµ. Ι.΄, σσ. 23-24
Αφού µελετήσετε το παραπάνω κείµενο και µε βάση τις γνώσεις σας από το σχολικό βιβλίο να προσδιορίσετε τις επιδιώξεις του δηλιγιαννικού κόµµατος και να αιτιολογήσετε την άποψη ότι ήταν ένα φαινόµενο εξίσου νέο µε τον τρικουπισµό.
ΠΗΓΗ 3
Η επαναστατικότητα των κατώτερων τάξεων
Στον αγροτικό τοµέα η δυσαρέσκεια των κατωτέρων τάξεων ήταν έκδηλη ήδη από την δεκαετία του 1890. Οι φόροι, το σταφιδικό πρόβληµα και τα άλλα προαιώνια προβλήµατα των αγροτών είχαν ξεσηκώσει µόνιµή αναταραχή στην ύπαιθρο. Γύρω στα 1900 αναρχο-σοσιαλιστικές κινήσεις είχαν µια κάποια επιτυχία ανάµεσα στον αγροτικό πληθυσµό της Πελοποννήσου. Ένοπλες διαδηλώσεις οργανώθηκαν από σταφιδοπαραγωγούς σε όλη τη διάρκεια πριν από το κίνηµα και οι περισσότερες διαλύθηκαν βίαια από την αστυνοµία και το στρατό. Ένα δικαιότερο φορολογικό σύστηµα ήταν το πρώτο και βασικό αίτηµα µιας κάπως οπερετικής εξέγερσης στη Σπάρτη το 1909, υπό την αρχηγία του πρώην ταγµατάρχη Φικιώρη.
Η αναταραχή στην ύπαιθρο δηµιούργησε έτσι ένα ενθαρρυντικό περιβάλλον για τις επαναστατικές τάσεις των αστικών κατωτέρων τάξεων. Την κοινωνική αναταραχή στην Αθήνα τροφοδοτούσαν η δραστηριοποίηση των µικροαστικών σωµατείων, οι αυξηµένες πιέσεις από τα προβλήµατα της µετανάστευσης, οι κινητοποιήσεις των φοιτητών, η αρθρογραφία του Τύπου.
Η µετανάστευση υπήρξε σηµαντικός κοινωνικός καταλύτης. Η συρροή αγροτι- κών πληθυσµών στην πρωτεύουσα δηµιουργούσε προβλήµατα απασχόλησης, ακρίβειας, χαµηλού επιπέδου διαβίωσης. Απότοκος του σταφιδικού, η αυξηµένη εσωτερική µετανάστευση δεν έβρισκε πάντοτε διεξόδους στην εξωτερική. Οι πύλες της Νέας Υόρκης ήταν κλειστές για όσα χρόνια κρατούσε η µεγάλη παγκόσµια κρίση. Οι µετανάστες που έφευγαν από την Ελλάδα κάθε χρόνο ήταν λιγότεροι από χίλιοι πριν από το τέλος του αιώνα, δέκα χιλιάδες ως το 1905 και περισσότεροι από τριάντα µεταξύ 1905 και 1910.
Το Πανεπιστήµιο, µε τις εκατοντάδες των αγροτοπαίδων φοιτητών, ήταν ένα εν δυνάµει φυτώριο αναταραχής. Βέβαια οι φοιτητές ήταν τότε στην πλειοψηφία τους µάλλον συντηρητικοί, όπως τουλάχιστον φαίνεται από τη στάση τους στα Ευαγγελικά. Αλλ’ αυτό δεν απέκλειε τις ανησυχίες, έστω και αν εκφράζονταν µάλλον προς τη διεκδίκηση δυνατοτήτων κοινωνικής ανόδου παρά προς την κατεύθυνση της καθολικής ανατροπής. Οι εσωτερικές αυτές αντιφάσεις εκδηλώθηκαν και στη στάση των φοιτητών στην εξέγερση του 1909. Μια εβδοµάδα πριν από το κίνηµα υπέβαλαν στα ανάκτορα µια δήλωση που ζητούσε βασιλική επέµβαση ώστε να παταχθούν η ανικανότητα και η διαφθορά των κοµµάτων. Το ποµπώδες αυτό κείµενο, µε όλες τις αντιφάσεις του, παρουσιάζει αρκετά ριζοσπαστικά και λαϊκιστικά χαρακτηριστικά. Ζητώντας από τον βασιλιά, σε εξεζητηµένη αρχαϊζουσα, να χρησιµοποιήσει τον γρόνθον του εναντίον των πολιτικών, µιλάει για µετανάστευση και φυµατίωση, πείνα και φόρους, πουθενά, όµως, για φιλελεύθερες αστικές ιδέες.
Η αρθρογραφία των εφηµερίδων αυτή την περίοδο είναι επίσης διαφωτιστική. Ο «Χρόνος» και η «Ακρόπολις» ήταν οι πιο κραυγαλέες -και οι δύο µε καθαρά λαϊκιστική και συχνά αντι-αστική στάση. Ο «Χρόνος» έγινε ένα είδος ηµιεπίσηµης εφηµερίδας του Στρατού και πολλά από τα κείµενά του ήταν γραµµένα από τον ίδιο τον γενικό γραµµατέα του Συνδέσµου, τον Λοιδωρίκη.
Στην «Ακρόπολη» ο Γαβριηλίδης δηµοσίευσε τακτικά τα εµπρηστικά άρθρα του, µε τα οποία ζητούσε µια «ειρηνική επανάσταση». Στις προτάσεις του περιλαµβάνονταν η επιβολή φόρου εισοδήµατος και η µείωση δασµών. Οι δύο εφηµερίδες οργάνωσαν τον Ιούνιο και Ιούλιο 1909 «δηµοψηφίσµατα» µεταξύ των αναγνωστών τους, τα οποία φαίνεται ότι είχαν καλή ανταπόκριση.
Μέσα σε ένα τέτοιο κλίµα δεν είναι λοιπόν περίεργο που η συνωµοτική οµάδα των υπαξιωµατικών είχε αποφασίσει, πριν από το κίνηµα, να δηµιουργήσει πολιτικές οργανώσεις βάσης στις λαϊκές συνοικίες της Αθήνας. Η προσπάθεια ξεκίνησε καθυστερηµένα και δεν οργανώθηκε καλά, αλλιώς τα γεγονότα του 1909 ίσως να προσανατολίζονταν προς ριζοσπαστικότερες εξελίξεις.
Αυτά ήταν, συµπερασµατικά, τα κοινωνικο-οικονοµικά αίτια της λαϊκής κατακραυγής κι έτσι εκδηλώνονταν. Τον σκληρό πυρήνα των επιδόξων επαναστατών σχηµάτιζαν οι µικροαστοί, κυνηγηµένοι από τους φόβους και την ανασφάλεια, και οι εργάτες, θύµατα της πιο ανεξέλεγκτης εκµετάλλευσης. Στον περίγυρό του σάλευαν οι εξαθλιωµένες µάζες των µεταναστών που περίµεναν στην Αθήνα την ηµέρα της αναχώρησής τους. Στους µήνες ή στα χρόνια που περνούσαν ανάµεσα στον ερχοµό τους στην Αθήνα και το ξενιτεµό τους, οι επίδοξοι µετανάστες έχυναν το φαρµάκι τους στο ήδη δηλητηριασµένο κοινωνικό κλίµα της πρωτεύουσας και ήταν οι εύκολοι σύµµαχοι των µικροαστών και των εργατών. Τα οικονοµικά αίτια της αγανάκτησης και της επιθετικότητας όλων αυτών των ανθρώπων δηµιούργησαν έτσι την κοινωνική βάση για τον διστακτικό λαϊκισµό των στρατιωτικών.
Γ. Δερτιλή, Κοινωνικός µετασχηµατισµός και στρατιωτική εισβολή (1880-1909),
Λαµβάνοντας υπόψη σας το κείµενο του βιβλίου σας και το περιεχόµενο της πηγής:
α) Να παρουσιάσετε τα αίτια της κατακραυγής που αποτέλεσε τη βάση του κινήµατος των στρατιωτικών στο Γουδί.
β) Να αναφερθείτε στις µορφές έκφρασης της δυσαρέσκειας του ελληνικού λαού για την οικονοµική δυσπραγία και πολιτική δυσλειτουργία µετά το 1893 (συλλαλητήρια, αρθρογραφίες, κ.λπ.) και να αποτιµήσετε τον ρόλο τους.

-->
ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ
ΚΕΦ: ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ
ΕΝΟΤΗΤΑ Δ.
α. ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΗΣ 28ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1910
Η Β΄ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗ. ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΙ
Τα παλαιά κόµµατα πήραν την απόφαση να µην πάρουν µέρος στις εκλογές της 28 Ν/βρη 1910. Εισηγητής της αποχής ήταν ο Γ. Θεοτόκης. Μαζί τους συµφώνησε και ο ∆ηµ. Γούναρης. Όταν οι φίλοι του διαφώνησαν για την απόφασή του αυτή, απάντησε:
«Ποίον κύρος δύναται να έχη το νέον Σύνταγµα όταν ψηφισθή από Βουλήν της οποίας δεν µετέχουν ο Θεοτόκης, ο Ράλλης και όλοι οι σοβαροί κοινοβουλευτικοί άνδρες του τόπου;»
Είπε µια βλακεία που ήταν ίση µε το µπόι του. Τα συντάγµατα έχουν κύρος όχι όταν ψηφιστούν από τους Θεοτόκηδες και Ράλληδες, αλλά όταν αντικαθρεφτίζουν τη θέληση της πλειοψηφίας του λαού. Ο Γούναρης είχε τώρα περάσει χωρίς προσχήµατα στην αντίδραση και γι’ αυτό µωρολογούσε. Αντίθετα από το Γούναρη που διάψευσε τις ελπίδες που στήριξαν σ’ αυτόν οι Πατρινοί, καθώς και πολλοί νεοϊδεάτες, οι κοινωνιολόγοι, µε επικεφαλής τον Αλεξ. Παπαναστασίου, άρχισαν να κινούνται.
Όχι µόνο όταν έγινε το στρατιωτικό κίνηµα, ο Παπαναστασίου σαν αντιπρόσωπος της «Κοινωνιολογικής Εταιρείας», σύνταξε ολόκληρο πρόγραµµα µε τον τίτλο: «Τι πρέπει να γίνη» και το έδωκε στον αρχηγό του Σ.Σ. Ν. Ζορµπά, αλλά προσπάθησε να οργανώσει νέο κόµµα έχοντας σύµφωνους τους κοινωνιολόγους.
Κατά τα µέσα του 1910 την πολιτική τους οµάδα οι κοινωνιολόγοι την ονοµάσανε «Λαϊκόν Κόµµα». ∆ηµοσίεψαν µάλιστα και το πολιτικό πρόγραµµά τους που το είχε συντάξει ο Παπαναστασίου.
Όµως, όπως ξέρουµε, οι προσπάθειές τους αυτές δε βρήκαν απήχηση στα πλατιά στρώµατα του λαού. Οι κοινωνιολόγοι ήταν γνωστοί σε πολύ µικρούς κύκλους. ∆εν είχαν λοιπόν το απαιτούµενο κύρος και αίγλη για να τους προσέξουν οι λαϊκές µάζες.
Εξάλλου στην περίοδο αυτή είχε ανατείλει το άστρο του Βενιζέλου που όλο και ανέβαινε στο πολιτικό στερέωµα της Ελλάδας.
Ενώ λοιπόν οι κοινωνιολόγοι αγωνίζονταν να ξυπνήσουν τις µάζες, προβάλλοντας µελετηµένο πρόγραµµα, ο Γούναρης και οι παλαιοκοµµατικοί παράτησαν τον εκλογικό αγώνα και κάλεσαν τον ελληνικό λαό να µην πάει και ψηφίσει την ηµέρα των εκλογών. Βγήκαν όµως γελασµένοι, γιατί οι λαϊκές µάζες ψήφισαν και µε φανατισµό µάλιστα τους βενιζελικούς και τους ανεξάρτητους υποψήφιους. Κι’ ακόµα πολλοί πρώην και τέως βουλευτές που ανήκανε στα παλιά κόµµατα καθώς και ανεξάρτητοι, δήλωσαν φιλία στο Βενιζέλο.
Από τη µια άκρη της Ελλάδας στην άλλη, το νέο κόµµα, το κόµµα των φιλελευθέρων, µε έµβληµα του την Άγκυρα, είχε τραβήξει στην προεκλογική του εξόρµηση τη µεγάλη πλειοψηφία του λαού.
Ο Βενιζέλος από µήνες πριν είχε επισηµάνει τη Θεσσαλία σαν την επαρχία όπου φυσούσε πιο πολύ ο ανορθωτικός άνεµος. Η αγροτική εξέγερση δεν τον άφησε ασυγκίνητο. Επίσης και ο απεργιακός σάλος και τα σοσιαλιστικά κηρύγµατα, που ακούονταν στην πόλη αυτή, δεν τον άφησαν αδιάφορο. Γι’ αυτό αποφάσισε να εκφωνήσει τον πρώτο προεκλογικό του λόγο στον οποίο θα έκανε ανάπτυξη του προγράµµατός του, στη Λάρισα για ν’ ακουστεί σ’ όλη τη Θεσσαλία.
Εξάλλου, αν και ο παλαιοκοµµατισµός ήταν µικρή µειοψηφία, οι Θεσσαλοί αγρότες και εργάτες έδειξαν ότι µένανε πιστοί στην αγροτική και εργατική ιδέα. Εγκαινίασε λοιπόν την εκλογική του εξόρµηση από τη Θεσσαλία ελπίζοντας να καταχτήσει τη µεγάλη µάζα του θεσσαλικού λαού. Γι’ αυτό σύνταξε το λόγο του µε προσοχή. Έδινε υποσχέσεις και χάραζε σε όλα τα φλέγοντα ζητήµατα νέα πολιτική.
Γ. Κορδάτου, ό.π. σσ. 226-227
Τι γνωρίζετε για την Κοινωνιολογική Εταιρία και ποια τα αιτήματά της; Τι πέτυχαν στις εκλογές του Νοεμβρίου 1910;
β. ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΕ Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Ενώ εις την Θεσσαλονίκην ιδρύετο νέον κράτος, εις τας Αθήνας διελύετο το υπάρχον. Το εθνικόν ζήτηµα και αι ξέναι επεµβάσεις απετέλουν τον ένα εκ των λόγων της αποσυνθέσεως. Αλλά περισσότερον αξιοθρήνητος παρουσιάζετο η εσωτερική κατάστασις.
Η συντεταγµένη πολιτεία δεν αντιµετώπιζε το Κίνηµα της Θεσσαλονίκης δια των νοµίµων µέσων, τα οποία είχεν άφθονα εις την διάθεσίν της. Παρεσκευάζετο εις αντικίνηµα! Μια παντοδύναµος βασιλική δικτατορία διέρρεεν εις αναρχικήν οχλαγωγίαν. Αρχικώς επεδιώχθη να φορτωθούν εις τους τροµοκρατικούς συλλόγους των επιστράτων αι ευθύναι των εξωτερικών πραγµάτων.
Αλλ’ οι επιστρατοι, οι µετ’ αυτών παλαιοί κοµµατάρχαι και µερίς αντιδραστικών αξιωµατικών υποκατεστάθησαν σιγά-σιγά εις τας δηµοσίας υπηρεσίας! Οι πρόεδροί των συνειργάζοντο εκ του φανερού µε τους υπαλλήλους του κράτους. Ενίοτε οι τελευταίοι και µάλιστα δικαστικοί, όπως εν Αθήναις ο ανακριτής Μεϊντάνης και ο αντιεισαγγελεύς Λιβιεράτος, συνεδύαζαν το αξίωµά των µε την ιδιότητα του οπλαρχηγού των επιστράτων.
Οι επίστρατοι εφυλάκιζαν φιλελευθέρους πολίτας και όχι σπανίως αξιωµατικούς, ως υπόπτους αποδράσεως εις Θεσσαλονίκην. Ενήργουν δηµοσίας εισφοράς. Και εφ’ όσον το µέτρον περιωρίζετο µεταξύ οµοφρόνων µελών ουδείς εδικαιούτο να παρατηρήση τι. Παραδόξως και κατά προτίµησιν αι εισφοραί επεβάλλοντο αναγκαστικώς εις τους βενιζελικούς! Η κυβέρνησις υφίστατο κατ’ όνοµα. Ο πρόεδρος αυτής ήτο φιλόπονος και ερευνητής ιστορικός µε φήµην δραστήριου οργανωτού συνεδρίων ή αθλητικών αγώνων. ∆ιδάσκαλος και αφωσιωµένος υµνωδός της βασιλικής οικογενείας ανυψώθη απροσδοκήτως εις αξίωµα µέγα και προ πάντων φοβερόν ένεκα των περιστάσεων. Και το παρελθόν και ο χαρακτήρ και η αδαηµοσύνη τον κατέστησαν άβουλον εκτελεστήν της θελήσεως του βασιλικού αυθέντου. Άλλοι εκ των υπουργών εδίδασκαν βοτανικήν ή ζωολογίαν, είχαν µηχανικάς ή λογιστικάς γνώσεις και µόνον µε την πολιτικήν ευθύνην ήρχοντο εις συνάφειαν δια πρώτην φοράν της ζωής των.
Γ. Βεντήρη, ό.π., τ. Β΄, σ. 227


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου