9.7.09

ΤΟ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΟ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

1. Άναρθρο: α) ειδικό, β) τελικό.

2. Έναρθρο: χρησιμοποιείται όπως τα ουσιαστικά.

Χρησιμοποιείται:

α) Ως υποκείμενο: απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων.
ειδικό (μεταφράζεται με το ότι + ειδική πρόταση ή άλλη πρόταση επιθυμίας).
ή τελικό (μεταφράζεται με το να + υποτακτική).

Τελικό απαρέμφατο ως υποκείμενο παίρνουν τα παρακάτω ρήματα και οι απρόσωπες εκφράσεις:
δοκεῖ, πρέπει, εἵμαρται (=είναι πεπρωμένο), ἐγχωρεῖ, ἔστι (=είναι δυνατό), συμβαίνει, ἔνεστι (=είναι δυνατό), προσήκει, εἵμαρτο (=ήταν περπωμένο), ἐνδέχεται, πάρεστι, ἔξεστι, χρή, μέλει, δεῖ.
Απρόσωπες εκφράσεις: ἀνάγκη ἐστι, ἀναγκαίως ἔχει, οἷόν τ' ἐστί (=είναι δυνατόν), ἀδύνατόν ἐστιν, χρέων ἐστι, καιρός ἐστί, κακῶς ἔχει, ἄξιόν ἐστι, εὖ ἔχει, δυνατόν ἐστιν, ὥρα ἐστιν, εἰκός ἐστιν, ῥαδίως ἔχει (=είναι εύκολο).

Ειδικό: ἀγγέλλεται, ᾄδεται, δοκεῖ, θρυλεῖται, λέγεται, νομίζεται, ὁμολογεῖται κ.α.

β) Ως αντικείμενο:

Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο: βουλητικά ή εφετικά ρήματα, κελευστικά ή προτρεπτικά, κωλυτικά ή απαγορευτικά, δυνητικά ή αποπειρατικά, όσα σημαίνουν αποφασίζω ή διανοούμαι να... (σε όλους τους χρόνους εκτός του Μέλλοντα).

Ειδικό απαρέμφατο: λεκτικά, δοξαστικά, γνωστικά, και σπάνια αισθητικά (σε όλους τους χρόνους).

γ) Ως κατηγορούμενο: με συνδετικά ρήματα, κυρίως σε ορισμούς. Μεταφράζεται σαν ουσιαστικό.

δ) Ως επεξήγηση: σε ουσιαστικά, ουδέτερα αντωνυμιών ή στα επιρρήματα ὧδε, οὕτω.

ε) Ως προσδιορισμός: 1. του κατά τι ή της αναφοράς (α. από επίθετα: ἄξιος, ἀγαθός, ἐπιτήδειος, ἡδύς, ἱκανός και β. από ουσιαστικά: σχολή, κίνδυνος, φόβος, θαῦμα) και 2. του σκοπού ή του αποτελέσματος (με ρήματα κίνησης: πέμπω, βαίνω, ἥκω και σκόπιμης ενέργειας: δίδωμι, παρασκευάζομαι, αἱροῦμαι, τάττω κ.τ.λ).

στ) Απόλυτο: σε στερεότυπες εκφράσεις, έχει έννοια σκοπού ή αναφοράς.

ζ) Ανεξάρτητο: αντί προστακτικής και ευκτικής σε επιφωνηματικές εκφράσεις.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ:

1. Ἔστιν, ὦ βουλή, σῶσαί με δικαίως.

2. Εἰκός ἐστιν αὐτούς βελτίους γίγνεσθαι (εἰκός ἐστιν=είναι φυσικό).

3. Ὁμολογεῖται τὴν πόλιν ἀρχαιοτάτην εἶναι.

4. Ἔδοξεν αὐτῷ σκήπτον πεσεῖν (δοκεῖ μοι=μου φαίνεται, σκῆπτος=κεραυνός).

5. Μένων ἐβούλετο πλουτεῖν.

6. Ηὔχοιτο Κῦρον εὐτυχῆσαι.

7. Πειρᾶται πείθειν ὑμᾶς.

8. Πάντας ὑμᾶς οἴομαι γιγνώσκειν.

9. Κροῖσος ἐνόμιζε ἑαυτὸν εἶναι ἀνθρώπων ὀλβιώτατον (ὄλβιος=ευτυχισμένος).

10. Οἱ νέοι ἀξιοῦνται τυγχάνειν συγγνώμης.

11. Οὗτος μαθήσεται μὴ ἐπιβουλεύειν τοῖς δισθενεστέροις (μὴ ἐπιβουλεύειν=να μη σκέφτεται κακό).

12. Ἐγὼ οὐκ ἡγοῦμαι εἶναι διδακτὸν τὴν ἀρετήν.

13. Οὐκ εἰκός ἐστιν ὑβρίζειν τοὺς πενομένους (=τους φτωχούς).

14. Χρὴ ἔχειν νοῦν τὸν στρατηλάτην.

15. Ὁ κατήγορος φησὶ οὐ δικαίως με λαμβάνειν τὸ παρὰ τῆς πόλεως ἀργύριον (φημί=λέω, ισχυρίζομαι).




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου