8.7.09

Υπάρχει θερμόμετρο για την ποιότητα;*
ήταν συνώνυμη της μέθεξης, της έκστασης. Την αγαλλίαση της ψυχής τότε δεν την κατακτούσαν απαραιτήτως «χωνεύοντας» πνευματική τροφή, όπως συχνά συνέβαινε στην Αθήνα του Περικλή. Η διασκέδαση δεν ήταν ποτέ κατ’ ανάγκη «παντρεμένη», αλλά ούτε φυσικά και «διαζευγμένη» με την ψυχαγωγία. Μπορεί να γοητευτεί από βαθιές λεπτές γραμμές και χρώματα που ακουμπούν στην παράδοση ή σ’ ένα «ντεμοντέ» αλλά εναλλακτικό παρόν. Μπορεί να πάρει τη μορφή της εκτόνωσης, της απόδρασης ή και της αποχαύνωσης. Οπως μπορεί κιόλας όλα αυτά να συνυπάρχουν. Η βιωματική προσέγγιση, εξάλλου, συνδιαμορφώνεται μέσα από υποκειμενικά και αντικειμενικά χαρακτηριστικά. Βασικά συστατικά αποτελούν η κουλτούρα λαών και ανθρώπων, η πολιτιστική παράδοση, οι διευρυμένες ανάγκες μιας δύσκολης καθημερινότητας, όπως και τα πρότυπα που επιβάλλονται από τη βιομηχανία του θεάματος χωρίς καμία διασταύρωση στοιχείων.

Τελικά υπάρχει θερμόμετρο που να μετρά την ποιότητα της διασκέδασης; Υπάρχουν ευδιάκριτα όρια ανάμεσα στην ψυχαγωγία και τη διασκέδαση; Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά επιχειρούν να δώσουν ο ηθοποιός Στέλιος Μάινας, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Κώστας Σκανδαλίδης, η σεναριογράφος, ηθοποιός Ελένη Ζιώγα και ο τραγουδοποιός Κωστής Μαραβέγιας.

Η ποιοτική οδός
Του ΣΤΕΛΙΟΥ ΜΑΪΝΑ
Να μεγαλώνεις από χέρια σε χέρια που δεν είναι η μάνα σου γιατί εκείνη έχει βάρδια στο σούπερ μάρκετ, και μετά στο σπίτι να σου παίρνει τα αφτιά η κοπτομηχανή γιατί δουλεύει φασόν και δεν βγαίνει στην ώρα της η παραγγελία και πού χρόνος να νταντέψει το παιδί, να μη βλέπεις τον πατέρα σου όλη τη βδομάδα γιατί κάνει διπλοβάρδια και τη νύχτα σεκιουριτάς σε εργοστάσιο, να πηγαίνεις σχολείο και να μην καταλαβαίνεις λέξη γιατί η δασκάλα βαριέται να τα πει, κι όταν τη ρωτάει η μάνα σου ανήσυχη αν παίρνεις τα γράμματα, λέει: «Μην ανησυχείς, και να τα παίρνει, τι να τα κάνει; Να τα πάρει να πάει πού; Βάλτε το σε μια τέχνη να πιάσει τόπο».
Και να δουλεύουν διπλοβάρδια οι δικοί σου, «θα το τελειώσει το σχολείο το παιδί, και στο πανεπιστήμιο θα πάει», και στο Μαθηματικό που πήγες τι έκανες; Να κάνεις μάθημα όποτε του καπνίσει του γιου του κομματάρχη, που τον περίμενε το πανεπιστήμιο να κάνει το διδακτορικό του για να «προκηρύξει» τη θέση, να περιμένεις βιβλία και να έρχονται τις παραμονές της εξεταστικής, και να το παίρνεις το κωλοπτυχίο και να μη σε παίρνουν πουθενά, και να έχεις λιώσει τις μικρές αγγελίες και να έχεις βαρεθεί να γράφεις βιογραφικά και να τραβάς παύλες στο κουτάκι «προηγούμενη εμπειρία», και να έχεις βαρεθεί να λες «ε, αυτό θέλω, αν δεν δουλέψω πώς θα αποκτήσω εμπειρία;» και να βρίσκεις επιτέλους δουλειά, κάτι προσωρινό να λες στην αρχή, και το προσωρινό να γίνεται μόνιμο. Να δουλεύεις όλη τη βδομάδα στο γωνιακό φαστ φουντ, να σε έχουν αλλάξει δέκα φορές πόστο, και να διατηρείς την ψυχραιμία σου, να σου έρχεται να πιάσεις τον προϊστάμενο από το λαιμό και συ να του μιλάς στον πληθυντικό, να κάνεις υπομονή μέχρι να βρεθεί κάτι καλύτερο, γιατί δεν ξέχασες την ανεργία των προηγούμενων μηνών, και να περιμένεις την Παρασκευή το βράδυ να βγεις με τους άλλους «πτυχιούχους», να πάτε πού;

Να τα σπάσετε, ρε μεγάλε, να χαθείτε, να γίνετε λιάρδα, να μη σκέφτεστε τίποτα, να μη γράφει το κοντέρ, να μηδενίσει, να σηκώσετε τις γκόμενες στα τραπέζια, να κάνετε ζημιά, να τραγουδήσετε βραχνά και φωναχτά με ουρλιαχτά, να ακούσετε το βούρλο στην πίστα να κάνει πως τραγουδάει με το πλέιμπακ τσίτα και να μη σας νοιάζει τίποτα, να πετάτε τα καλαθάκια τα παγωμένα απ’ το ψυγείο γαρίφαλα του Β’, και να φωνάζεις στην πίστα «αλλάχτε νεκροταφείο, ρε, του Α’ είναι πιο φρέσκα» κι άντε άσπρο πάτο η αιθανόλη, «ρε φίλε, λες στο γκαρσόνι, αυτό το ουίσκι μυρίζει σαν τζιν», «ε και, σου λέει, και τα δυο εγγλέζικα είναι, κέρασε τα παιδιά από το μαγαζί μια γύρα» και να γίνεσαι σούπα, και να ξημερώνεις με στομάχι στον κουβά, και τα αφτιά χαλασμένα ηχεία, και να σε κοιτάει η γκόμενα ψιλοκόκαλο του στιλ «αγαπάκι, θα μου κάνεις παιδάκια» και να την κοιτάς με κείνο το θολό ντιρέκτ «αγάπη, σήμερα σε πήγα σε ποιοτική διασκέδαση, ας περιμένει μια μέρα η ανθρωπότητα»…

Μ’ αρέσει η ζωή από το χάραμα
Του Κώστα Σκανδαλίδη
Η ποιότητα είναι μέγεθος που έχει και αντικειμενικά και υποκειμενικά χαρακτηριστικά. Ενα έργο, μια εκδήλωση, ένας μουσικός φθόγγος, ένα ποίημα, οτιδήποτε από την ίδια την ουσία, τον τρόπο που δημιουργείται, την εποχή που εκφράζει. Επειδή, όμως, την ποιότητα τη βιώνει ο άνθρωπος, κουβαλά μαζί του και όλα τα υποκειμενικά χαρακτηριστικά. Τον τρόπο που οικειοποιείται τα αγαθά, την προσλαμβάνουσα παράσταση, τον τρόπο ζωής του, τα βιώματα που διαμορφώνουν τις αξίες του.
Η διασκέδαση για να είναι μια ολοκληρωμένη στιγμή, μια αξιοβίωτη εμπειρία, εκτός από τη χαρά, το γλέντι, οφείλει να είναι αγωγή ψυχής, ψυχαγωγία. Η ποιότητα μετατρέπει τη διασκέδαση σε ψυχαγωγία. Μπορείς να τη βρεις παντού. Στο φαγητό που απολαμβάνεις, στους ήχους που ακούς, στο ποτό που πίνεις, στο τοπίο που βλέπεις, στις μυρωδιές που μυρίζεις, στο βιβλίο που διαβάζεις. Μπορείς να τη βιώσεις παντού.
Στην ταβέρνα, στο θέατρο, στο σινεμά, στο καφενείο, στο μέγαρο ή το συνοικιακό λαϊκό μαγαζί. Είναι συνυφασμένη για μένα με τη λαϊκότητα, την απλότητα, τη γευσιγνωσία, το μουσικό αισθητήριο, την αρμονία που μπορείς να ανακαλύψεις στη στιγμή, στη λεπτομέρεια. Από μικρό παιδί δούλευα, μάθαινα, διασκέδαζα. Από το βιβλιοπωλείο του θείου μου στο νησί στην ταβέρνα του λιμανιού με το χταποδάκι στα κάρβουνα και στο τζουκ μποξ με το τραγούδι του Τσιτσάνη. Από τη «Λήδρα» του Ξυλούρη και τον Μαρκόπουλο στην Πλάκα στη συναυλία του Ξαρχάκου στον Βοτανικό. Από τον Μίκη του Διδίλη στο «Περιβόλι του ουρανού» στις φοιτητικές βραδιές της μουσικής αντίστασης που κάναμε στη δικτατορία. Οταν συναναστρέφεσαι, ερωτεύεσαι, ρουφάς την ηδονή που μπορεί να σου δώσει η έμφυτη κοινωνικότητα ή η αυθεντικότητα. Λένε πολλοί «του Κώστα του αρέσει η νύχτα». Μ’ αρέσει η ζωή από το χάραμα, που σκέφτομαι και γράφω με τον καφέ που φτιάχνω μόνος μου στο γραφείο και μοσχομυρίζει, μέχρι αργά το βράδυ που κοιμάμαι και κάνω τον απολογισμό της μέρας μου. Αν πραγματικά τη βίωσα είναι η καλημέρα μου. Μ’ αρέσει η ζωή γεμάτη φίλους. Μ’ αρέσει να έχω φίλους παντού γιατί όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα δεν με πληγώνει μόνο, μου χαρίζει ομορφιά. Από μικρό παιδί ψάχνω την αρμονία στη σχέση μου με τους ανθρώπους, με τη φύση, με τη γεμάτη αίσθηση που σου δίνει η αρετή του ανικανοποίητου όταν συναντιέται με τον πλούτο του αρκετού. Η ζωή δεν είναι μόνο επάγγελμα, στόχοι, επιδιώξεις, προσδοκίες. Είναι στιγμές που μπορεί να σημαδεύουν κατευθείαν εκεί που βρίσκεται ο άβατος κόσμος του νου και της ψυχής, που σταματούν το χρόνο και την αίσθηση της πεζότητας, που δίνουν χρήσιμη αξία στα πιο απλά και γήινα πράγματα. Εκεί δεν διασκεδάζεις, ψυχαγωγείσαι, απολαμβάνεις με όλο σου το είναι την ομορφιά. Και τότε μπορείς να φωνάξεις μαζί με τον Οδυσσέα Ελύτη: «Πάρετέ μου τα σπλάχνα, τραγούδησα!».
Ο κ. Κώστας Σκανδαλίδης είναι βουλευτής του ΠΑΣΟΚ.

Τζάμπα man
Της Ελένης Ζιώγα
Η «Πάπυρος - Λαρούς» που έχω σπίτι μου λέει για το λήμμα «διασκεδάζω»: Διασκεδάζω: διασκορπίζω, αφανίζω/ αποδιώκω την θλίψιν, τας λύπας, ψυχαγωγώ, τέρπω/ευφραίνομαι, τέρπομαι.

Οπωσδήποτε, ο διαπρεπής γλωσσολόγος που συνέταξε την ερμηνεία της λέξης δεν είναι υποχρεωμένος να αναφερθεί στην ποιότητα ούτε στο ήθος της έννοιας της διασκέδασης όπως χρησιμοποιείται σήμερα, δηλαδή της κατάστασης κατά την οποία ο άνθρωπος κατορθώνει, έστω και πρόσκαιρα, να «αποδιώξει την θλίψιν και τας λύπας» της ζωής. Ισως γιατί αυτό, σύμφωνα με την αρχή της ελευθερίας της βούλησης, είναι προσωπικό ζήτημα του καθενός μας.
Ωστόσο, η εποχή που διανύουμε φαίνεται να έχει άλλη γνώμη για το ζήτημα και καταργώντας αυθαίρετα αυτή τη βασική ελευθερία του ατόμου ενορχηστρώνει μεθοδικά τη μαζική μας προσχώρηση σε ένα σύστημα διασκέδασης που αποσκοπεί στην εύκολη τέρψη των πιο αδηφάγων ενστίκτων μας. Με εμπροσθοφυλακή την τηλεόραση, που έχει, φευ, μετεξελιχθεί στο τρίτο μας μάτι μέσα από το οποίο επικοινωνούμε ομαδικά με μια πλαστή κοινωνική πραγματικότητα, το απανταχού της Γης σύστημα οικονομικών συμφερόντων δεν παύει ως σύγχρονη Σειρήνα να μας προσκαλεί στη λήθη κάθε μορφής πνευματικότητας. Και να εκτρέφει ασταμάτητα γενιές πρόθυμων αγοραστών συνηθίζοντάς μας σε έναν αντιπνευματικό έως χυδαίο τρόπο διασκέδασης. Ο λόγος είναι απλός: Ο κόσμος των ιδεών δημιουργεί αυτάρκεις προσωπικότητες που δεν έχουν ανάγκη να επιβεβαιώνονται, να ικανοποιούνται ή να ψυχαγωγούνται μέσω της κατανάλωσης της ύλης. Με άλλα λόγια, ο σκεπτόμενος άνθρωπος είναι ένας «τζάμπα man»!

Μετά τη λήξη της καθημερινής τηλεοπτικής μας υπνοθεραπείας, λοιπόν, αποχαυνωμένοι καταναλωτές, κολακευμένοι από την παντοδυναμία του τηλεχειριστηρίου μας, αποευαισθητοποιημένοι από κάθε μορφή πόνου και πεινασμένοι για περισσότερο άρτον και θεάματα, ξεχυνόμαστε ομαδόν σε μπουζουκλερί, πολυσινεμά, πολυθέατρα και ταχυ-αναγνώσματα και απολαμβάνουμε θριαμβικά το προνόμιο της ψυχαγωγίας της υποκουλτούρας, σαν να οφείλαμε να γιορτάσουμε επιτέλους την οριστική κατάκτηση του δικαιώματός μας στη βλακεία!…
Σε μια τόσο ζοφερή και ανάλγητη κοινωνική πραγματικότητα, λοιπόν, που τα πάντα κινούνται στην επιφάνεια των στιγμιαίων αισθήσεων και των επιδερμικών συγκινήσεων, δεν χάσαμε μόνο το δικαίωμα στη γνήσια χαρά που ισοδυναμεί με την ποιοτική διασκέδαση αλλά και το δικαίωμα στο γνήσιο πόνο που ισοδυναμεί με την ανθρώπινη υπόσταση… Μήπως είναι καιρός για μια νέα πνευματική επανάσταση; Ας αρχίσουμε να το σκεφτόμαστε…

H κυρία Ελένη Ζιώγα είναι σεναριογράφος, ηθοποιός.
Αν θέλουν, η συνταγή υπάρχει
Του Θεόδωρου Κουλουμπή
Τις τελευταίες δεκαπέντε μέρες η ανθρωπότητα συγκλονίζεται από τις τραγικές εξελίξεις στη Γάζα. Η σύγκρουση θυμίζει Δαυίδ και Γολιάθ. Στη μέση είναι τα θύματα, οι άμαχοι, που βομβαρδίζονται ανελέητα στα ευπαθή και ανοχύρωτα εδάφη της Γάζας.

Στο μεταξύ, η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί μουδιασμένη και άφωνη τις μακάβριες εικόνες φρίκης σε μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές του κόσμου. Και ο ανθρωπιστικός αυτός εφιάλτης συνεχίζεται καθώς η Γάζα παραμένει στεγανά αποκλεισμένη και όλες οι πύλες εισόδου της απαραίτητης βοήθειας εξακολουθούν να είναι πεισματικά κλειστές.
Η κυβέρνηση του Ισραήλ δηλώνει ότι θέλει να εξουδετερώσει στρατιωτικά τη Χαμάς για να
σταματήσουν οι εκτοξεύσεις πυραύλων στις νότιες περιοχές της ισραηλινής επικράτειας. Αρκετοί αναλυτές ισχυρίζονται ότι υπάρχουν και απώτεροι υπολογισμοί των Ισραηλινών, που συνδέονται με τις προγραμματισμένες εκλογές της 10ης Φεβρουαρίου, σε μια προσπάθεια πατριωτικής πλειοδοσίας των διαγκωνιζομένων προσώπων και κομμάτων. Αλλοι διατείνονται ότι το Τελ Αβίβ προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα πριν από την ανάληψη εξουσίας στις ΗΠΑ από τον Μπαράκ Ομπάμα. Και μερικοί υποστηρίζουν ότι η όλη επιχείρηση στοχεύει να ματαιώσει τη λύση των «δύο κρατών» και να αντιπροτείνει τα «τρία κράτη»: το Ισραήλ, την Παλαιστίνη (σε τμήματα της Δυτικής Ακτής) και τη Γάζα (που θα λειτουργεί στην πολιτικοοικονομική σκιά της δυτικοστρεφούς Αιγύπτου).

Από την πλευρά της Χαμάς, οι στόχοι δύσκολα προσδιορίζονται. Διατείνεται η ηγεσία της ότι επιθυμεί την ανανέωση της εκεχειρίας όταν το Ισραήλ άρει τον αποκλεισμό της Γάζας και αποσύρει τις δυνάμεις του από τα εδάφη της. Η συμπεριφορά της Χαμάς απομακρύνει την προοπτική της συμβιβαστικής λύσης των δύο κρατών, ενισχύοντας τους υπερεθνικιστές πολιτικούς του Ισραήλ.
Υπάρχει διέξοδος από το αδιέξοδο της τρέχουσας κρίσης; Ισως ναι! Το Συμβούλιο Ασφαλείας του παγκόσμιου οργανισμού θα πρέπει να εξασφαλίσει την κατάπαυση του πυρός και τη συνεχή διοχέτευση της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα. Η εμπλοκή (ή μη) του ΟΗΕ στην αντιμετώπιση της κρίσης θα αποτελέσει την πρώτη μεγάλη δοκιμασία των προθέσεων του νέου προέδρου των ΗΠΑ. Μέσα στο 2009 η συνταγή «επιστροφή κατεχόμενων εδαφών για την ειρήνη» μπορεί επιτέλους να χρησιμοποιηθεί. Οι ΗΠΑ μπορούν να βοηθήσουν την ειρηνευτική διαδικασία (πολιτικά) με εγγυήσεις για την εδαφική ακεραιότητα και ασφάλεια του Ισραήλ. Η Σαουδική Αραβία και η Ευρωπαϊκή Ενωση μπορούν να συμβάλουν οικονομικά για τη βιωσιμότητα και μακροβιότητα του εκκολαπτόμενου παλαιστινιακού κράτους. Η ελπίδα, ευτυχώς, πεθαίνει τελευταία.
Ο καθηγητής κ. Θ. Κουλουμπής είναι αντιπρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ.




Στρατός με συμπεριφορά... τρομοκράτη
Του Κώστα Βεργόπουλου
Για πολλοστή φορά, οι ένοπλες δυνάμεις ενός κράτους συμπεριφέρνονται έναντι αμάχων πληθυσμών με την αγριότητα και ανευθυνότητα τρομοκρατών, παραβιάζοντας όλες τις διεθνείς συνθήκες. Στην Τζαμπαλίγια της Γάζας βομβαρδίσθηκε σχολείο των Ηνωμένων Εθνών, με 43 νεκρούς, που ουδεμία σχέση είχαν με τη Χαμάς και είχαν καταφύγει εκεί επειδή οι ισραηλινές δυνάμεις τούς είχαν ζητήσει να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, που επρόκειτο να βομβαρδισθούν. Ο ΟΗΕ είχε μεταδώσει στον Ισραηλινό στρατό τις συντεταγμένες του σχολείου με GPS. Ομως, οι Iσραηλινοί, με πρόσχημα ότι από το σχολείο εξαπολύοντο ρουκέτες εναντίον τους, θεώρησαν αυτονόητο δικαίωμά τους να εξοντώσουν όλους όσοι ευρίσκοντο εκεί. Παρόμοιες σκηνές συνέβησαν σε άλλα δύο σχολεία του ΟΗΕ. Ο ισραηλινός πρέσβης στο Παρίσι εξήγησε ότι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας διαπράττουν οι τρομοκράτες της Χαμάς, επειδή κρύβονται ανάμεσα σε αμάχους. Ομως, πρώτον, ο ΟΗΕ διέψευσε κατηγορηματικά ότι από τα σχολεία του έφευγαν ρουκέτες. Δεύτερον, εζήτησε τη διεξαγωγή ανεξάρτητης διεθνούς έρευνας για τον εντοπισμό των ισραηλινών ευθυνών. Τρίτον, εάν υποτεθεί ότι όντως στα σχολεία εκρύπτοντο τρομοκράτες μεταξύ των αμάχων, κατά πόσον αυτό νομιμοποιεί το βομβαρδισμό τους και το θάνατο δεκάδων αμάχων; Σύμφωνα με στρατιωτικό αξιωματούχο του Ισραήλ που αναφέρει η ισραηλινή εφημερίδα «Χααρέτζ», «όταν υποψιαζόμαστε ότι ένας Παλαιστίνιος μαχητής κρύβεται σε κάποιο σπίτι, ρίχνουμε έναν πύραυλο, έπειτα δύο οβίδες από τανκ και τέλος μια μπουλντόζα γκρεμίζει το σπίτι. Αυτό προκαλεί μεγάλες ζημιές, όμως έτσι αποφεύγουμε δικές μας απώλειες». Δυστυχώς, μια κρατική οντότητα προσπαθεί να νομιμοποιήσει τα δικά της εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με το επιχείρημα ότι το αυτό πράττει και η άλλη πλευρά. Ομως, αυτό δεν ονομάζεται διεθνής νομιμότητα, αλλά διεθνής ανομία. Υπό τις συνθήκες αυτές, αποτελεί τραυματικό γεγονός η απάθεια της διεθνούς κοινής γνώμης έναντι των εγκλημάτων που διαπράττονται στη Γάζα. Ομως, αποτελεί και ελπιδοφόρο γεγονός ότι στη διεθνή κοινότητα όλες οι χώρες συμφωνούν στην άμεση κατάπαυση του πυρός, εκτός βέβαια από μία αλλά χαρακτηριστική, τις ΗΠΑ, που μπλοκάρουν με βέτο συστηματικά κάθε ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών. Η απόγνωση των Παλαιστινίων έχει πλέον ξεπεράσει κάθε όριο, ώστε κάθε στρατιωτική επιλογή από πλευράς του Ισραήλ ν’ αποφέρει αποτελέσματα αντίθετα των αναμενομένων. Ο αυτοτροφοδοτούμενος φαύλος κύκλος της βίας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε κλιμάκωση αυτής και μόνον ουσιαστικές παραχωρήσεις και αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους θα μπορούσαν να αποκλιμακώσουν την απαράδεκτη καταστροφική ένταση.
Ο κ. Κ. Βεργόπουλος είναι καθηγητής στο Πάντειο και στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού.

Ομοιότητες και διαφορές με την Ιρλανδία
Του Νίκου Μπίστη
Η διαρκής ειρήνη στη Β. Ιρλανδία αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει σύγκρουση που να μην μπορεί να διευθετηθεί με πολιτικά μέσα. Αποδεικνύει όμως, επίσης, πόσο μακρύς και αιματηρός είναι ο δρόμος μέχρις ότου αυτό γίνει συνείδηση. Τα 80 χρόνια αγγλο-ιρλανδικής σύγκρουσης και τα 60 της αραβο-ισραηλινής προσφέρουν αξιοσημείωτες ομοιότητες και διαφορές. Και στις δύο περιπτώσεις η εθνικοαπελευθερωτική διάσταση επιβαρύνεται με το θρησκευτικό φανατισμό.


Η ωμή κρατική βία τόσο της Μ. Βρετανίας όσο και του Ισραήλ ήταν πάντα υπερβολική και ορισμένες μορφές πάλης των Ιρλανδών και των Παλαιστινίων ήταν καθαρά τρομοκρατικές. Και στις δύο φάσεις του ιρλανδικού ζητήματος, τη δεκαετία του 1920 και πρόσφατα με την πολιτική συμφωνία καθολικών και προτεσταντών, όπως και στο Παλαιστινιακό, επιβεβαιώθηκε ο κανόνας που θέλει τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα να ολοκληρώνουν τον κύκλο τους με εμφύλιο μετριοπαθών και ακραίων. Ενώ, όμως, η ιρλανδική πλευρά εκτός από πολέμαρχους ανέδειξε και πολιτικούς ηγέτες όπως ο Μάικλ Κόλινς το 1920 και ο Τζέρι Ανταμς το 1985, που τόλμησαν το συμβιβασμό, η παλαιστινιακή πλευρά δεν ανέδειξε ηγέτες αυτού του διαμετρήματος.
Η άρνηση του Αραφάτ να προσυπογράψει το συμβιβασμό στην Τάμπα είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η μεγάλη, όμως, διαφορά είναι ότι το Ιρλανδικό παρέμεινε πάντα εσωτερικό θέμα της
Μεγάλης Βρετανίας, χωρίς ευρύτερο γεωπολιτικό ενδιαφέρον και ανάμιξη τρίτων. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Ηταν πεδίο ανταγωνισμού των δύο υπερδυνάμεων, ενώ αραβικά κράτη στηρίζουν αλλά και πιέζουν τους Παλαιστινίους.
Τώρα που μιλούν τα όπλα, η ειρηνευτική διαδικασία είναι στην εντατική. Οταν σιγήσουν, θα εξέλθει ως η μοναδική διέξοδος για λύση. Και αυτή τη φορά οι όροι για την επιτυχία είναι απολύτως σαφείς. Το Ισραήλ οφείλει -και για το δικό του συμφέρον- να συμφωνήσει στην ίδρυση παλαιστινιακού κράτους και να είναι εξαιρετικά γενναιόδωρο προς τον Μαχμούτ Αμπάς. Και η παλαιστινιακή ηγεσία να αποδείξει παίρνοντας τα ανάλογα μέτρα ότι μπορεί να εξασφαλίσει από το ύψος κυρίαρχου κράτους την ασφάλεια του Ισραήλ. Σε αυτή την εξέλιξη έχει θέση μια μετριοπαθής Χαμάς που θα ενταχθεί στον πολιτικό ανταγωνισμό αποδεχόμενη το συμβιβαστικό πλαίσιο.
Σε αυτή την κρίσιμη στιγμή καθοριστικός θα είναι ο ρόλος των ΗΠΑ. Ο Ομπάμα, χωρίς βέβαια να απομακρυνθεί από την ειδική σχέση με το Ισραήλ, μπορεί να εμπεδώσει στους Παλαιστινίους την αίσθηση ότι η μεσολάβησή του θα είναι δίκαιη. Αν δεν γίνει αυτό, σε λίγο δεν θα υπάρχει από την πλευρά των Παλαιστινίων αξιόπιστος συνομιλητής και ο φανατισμός θα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά.
Ο κ. Ν. Μπίστης, πρώην υφυπουργός Εσωτερικών, είναι μέλος του Εθνικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ.
Οχι στη δανεική ευημερία
Της Ελενας Ραπτη
Αποτελεί εύστοχη οικονομική και κοινωνική παρατήρηση πως έχουμε φτιάξει έναν κόσμο που στηρίζεται στην υπερκατανάλωση. Αυτή αυξομειώνει την ψυχική μας διάθεση, αυτή ρυθμίζει την κοινωνική μας εικόνα, αυτή αποτελεί μέτρο της επαγγελματικής μας επιτυχίας. Η ροπή προς κατανάλωση αποτελεί μια ισχυρή εξάρτηση στις σύγχρονες κοινωνίες και ισχύει για όλα σχεδόν τα κοινωνικά στρώματα. Δανειζόμαστε για να καταναλώσουμε, αγωνιζόμαστε για να αποκτήσουμε πράγματα που δεν χρειαζόμαστε, δυσκολευόμαστε να είμαστε πιο ολιγαρκείς, πιο συγκρατημένοι στην καταναλωτική μας μανία. Αναγορεύουμε την κατανάλωση σε αξία της ζωής. Και ειδικά στις γιορτές χάνουμε κάθε μέτρο.

Οι δύσκολες εποχές που ζούμε μας δίνουν την ευκαιρία να «ξεσκονίσουμε» αξίες που έχουμε ξεχάσει. Η οικονομική ανέχεια, οι εικόνες δυστυχίας, τα θλιμμένα πρόσωπα των παιδιών, οι απαισιόδοξες προβλέψεις για το μέλλον μάς δείχνουν έναν άλλο τρόπο κοινωνικής συμπεριφοράς. Το καταναλωτικό πρότυπο στο οποίο έχουμε όλοι μυηθεί, πρέπει να εγκαταλειφθεί. Οχι από ανάγκη, αλλά από επιλογή.

Στόχος δεν είναι η κατανάλωση. Που κινεί την οικονομία, δημιουργεί δουλειές, εισόδημα, αναδιανομή και ευημερία σε όλους. Στόχος είναι ο καταναλωτισμός. Που μας αναγκάζει να ζούμε μια ευημερία που την έχουμε δανειστεί και πρέπει να την επιστρέψουμε. Που μας αναγκάζει να τρώμε περισσότερα, όταν οι άλλοι πεινάνε. Να πετάμε περισσότερα, όταν οι άλλοι δεν έχουν ούτε λίγα. Να ανταλλάσσουμε μεταξύ μας ακριβά δώρα, όταν άλλοι χαίρονται ακόμη και με το περιτύλιγμα. Να απολαμβάνουμε τη ζεστασιά του σπιτιού μας, όταν οι άλλοι κρυώνουν. Να κοιμόμαστε στο κρεβάτι μας, όταν οι άλλοι κοιμούνται στους δρόμους. Να παρακαλούμε να ζήσουμε, όταν άλλοι παρακαλούν να πεθάνουν. Οι γιορτές των Χριστουγέννων δεν είναι τα γυαλιστερά στολίδια, τα ρεβεγιόν και οι κοσμικές δεξιώσεις. Πραγματικά Χριστούγεννα είναι αυτό που λάμπει στην ψυχή μας και όχι στην τσέπη μας. Είναι τα αισθήματα και οι πράξεις μας απέναντι στους λιγότερο τυχερούς της ζωής. Είναι να χαρίσουμε λίγα από αυτά που έχουμε σε αυτούς που δεν έχουν. Είναι να δώσουμε το ένα μας παιχνίδι σε ένα παιδάκι που το λαχταρά. Είναι να αλλάξουμε μεταξύ μας «ακριβότερες» ευχές και συναισθήματα και φθηνότερα δώρα. Είναι να έρθουμε πιο κοντά, να ακούσουμε, να μην προσπεράσουμε βιαστικά ο ένας τον άλλο. Σαν μια υποχρέωση. Και αντί να πάμε σε μια κοσμική δεξίωση, ας καθίσουμε στο σπίτι με όλη την οικογένεια. Και αν θέλουμε οπωσδήποτε να καταναλώσουμε, ας διαλέξουμε κάτι που θα πιάσει τόπο και όχι κάτι που θα πιάσει χώρο στο ήδη γεμάτο μας σπίτι. Μια κάρτα της Unicef, μια αναδοχή στην Action Aid, μια δωρεά σε κάποιον που έχει ανάγκη. Χωρίς να το μάθει κανείς.
Η κυρία Ελενα Ράπτη είναι βουλευτής της Ν.Δ.

Η γιορτή τού... επίτηδες
Του ΓΙΑΝΝΗ ΖΟΥΓΑΝΕΛΗ
Δεν μπορούμε να ζούμε καθόλου χωρίς να καταναλώνουμε. Δεν σημαίνει αυτό ότι είμαι υπέρ του καταναλωτισμού. Το αντίθετο συμβαίνει. Οταν όμως μια κοινωνία στήθηκε για να υπάρχει καταναλώνοντας και γύρω από αυτό στήθηκε και μια ολόκληρη θρησκεία, η κατανάλωση είναι αναπόφευκτη. Χρησιμοποιείται το πολύ καλό, κατά τ’ άλλα, ρητό του Χριστού: «Αν έχεις δύο χιτώνες, να δώσεις τον έναν».
Οι περισσότεροι, όμως, δεν έχουν δύο χιτώνες... Προσπαθούν να εξασφαλίσουν έναν για τον εαυτό τους και ένα μικρό χιτωνάκι για τους άλλους.
Το θέμα είναι ότι το «στήσιμο» της κοινωνίας απέναντι στην κατανάλωση είναι ιδιαίτερα ισχυρό. Σκεφτείτε, αν δεν κάνεις δώρο, ενδεχομένως να παρεξηγηθείς κιόλας. Και, μάλιστα, το τι δώρο θα κάνεις αλλάζει τη σημασία της ίδιας της χειρονομίας. Το δώρο τελικά κρίνεται και ως προς το περιεχόμενο και την αξία του, και όλο αυτό είναι ακριβώς το νόημα της κατανάλωσης.

Μπαίνεις σε μια περιπέτεια χωρίς τέλος. Παρακολουθείς τηλεόραση. Ολοι μιλούν για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι λες και μιλούν για κάτι εύκολο. Μιλούν άνθρωποι με πάρα πολλά χρήματα, κοστολογώντας το τραπέζι τους κοντά στα 150 ή 200 ευρώ, με πάθος και σύμπνοια, απευθυνόμενοι στο φτωχό λαό.
Δίνουμε αξία τελικά στα πολύ φτηνά... τα οποία κοστίζουν πολύ ακριβά. Δυστυχώς, και εγώ έχω ξεπεράσει το βιοπορισμό και δεν μπορώ να τα νιώσω αυτά τα πράγματα. Αφουγκράζομαι, όμως, την αλήθεια και από θέση όχι βολεμένου ανθρώπου.
Τα Χριστούγεννα είναι η γιορτή τού επίτηδες. Ζούνε τα Χριστούγεννα και οι μουσουλμάνοι και οι Εβραίοι και οι βουδιστές. Ολοι κάνουν Χριστούγεννα και στολίζουν δέντρα.
Βέβαια, από την άλλη πλευρά, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει ότι μπαίνουμε σε μια διαδικασία να νιώσουμε καλύτερα, έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες, έστω και μέσα από την απόλαυση των αγορών και της «αγοράς».
Ο απλός, ο αδύνατος άνθρωπος βρίσκει μια ευκαιρία να νιώσει όμορφα, να είναι πιο καλοντυμένος, ίσως να αναδείξει και την ψυχή του, να ξεχαστεί, κάτι που δεν μπορεί να νιώσει μέσα στην καθημερινότητά του. Σαν να νιώθει πιο ποιητικά τις μέρες που είναι συνυφασμένες με τις αργίες.
Η κρίση, εξάλλου, είναι μια αφορμή για να καταναλώσεις ακόμα περισσότερο, καθώς δεν καταλαβαίνεις τη λογαριθμική, την ψεύτικη τιμή του χρήματος. Σου λέει: «Και να τα μαζεύω, μπορεί να μην τα έχω, γιατί να μην τα φάω;».
Δεν μπορούμε καθόλου να ζήσουμε χωρίς κατανάλωση, όποιος το πιστεύει και το πρεσβεύει αυτό πέφτει τελικά σε μια απίστευτη «δηθενιά».
Η ζωή είναι στημένη στον καταναλωτισμό και δεν μπορείς να τον αποποιηθείς.

Και ψεύτης όποιος το δηλώνει. Ισως γιατί μπορεί να τον αποποιηθεί επειδή δεν έχει ανάγκη.
Βρίσκουμε ακριβή τη φτήνια και τη ζωή ακριβή.
Ο κ. Γιάννης Ζουγανέλης είναι ηθοποιός.

Το αληθινό νόημα δεν «αμπαλάρεται»
Tης Ευας Καϊλη
Η απάντηση στην ερώτηση αν μπορούμε να κάνουμε Χριστούγεννα χωρίς να καταναλώσουμε μοιάζει σχετικά απλή: φυσικά και μπορούμε. Αυτό που πρέπει να μας απασχολεί, ωστόσο, είναι ότι αν και για μερικούς η απάντηση είναι ζήτημα προσωπικής επιλογής και τρόπου ζωής, για άλλους συμπολίτες μας οι γιορτές χωρίς κατανάλωση είναι μονόδρομος λόγω οικονομικών δυσκολιών.
Ομως… Το πρόβλημα ξεκινά όταν η αγορά προϊόντων δεν εξυπηρετεί κανέναν άλλο σκοπό πέρα από τον εαυτό της. Δυστυχώς, η έκφραση αυτή του καταναλωτισμού δεν εμφανίζεται μόνο σε πολίτες που διαθέτουν μια οικονομική άνεση, όπως θα περίμενε κανείς. Ο καθημερινός βομβαρδισμός με καταναλωτικά πρότυπα έχει οδηγήσει πολλούς σε άσκοπο καταναλωτισμό χωρίς να μπορούν να τον υποστηρίξουν οικονομικά, επιδιώκοντας το welfare appeal
Γράφουν οι Μπ. Κάζες και Ε. Μόριν ότι «όταν ορισμένα αγαθά, όπου ανήκουν και τα είδη πολυτελείας, μετατραπούν σε είδη ευζωίας, τότε το περιττό μετατρέπεται σε ανάγκη» και ο άνθρωπος σε homo consumens. Το πρώτο στοίχημα, επομένως, είναι να δημιουργήσουμε μια κοινωνία όπου ο καθένας, ενώ θα έχει τη δυνατότητα να αποκτά πράγματα που του χρειάζονται, θα μπορεί παράλληλα να αναγνωρίζει και να βιώνει ότι η ουσιαστική χαρά δεν κρύβεται σε αυτά. Και κάτι ακόμα πολύ σημαντικό… Σίγουρα δεν υπάρχει κάποια απευθείας σύνδεση ανάμεσα στην ουσιαστική απόλαυση των εορτών και τον καταναλωτισμό. Το αληθινό νόημα των εορτών δεν βρίσκεται στα δώρα και στις αγορές, αλλά στη δυνατότητα που δίνουν αυτές οι μέρες για τις οικογένειες να βρεθούν μαζί. Η σύνδεση της κατανάλωσης με τις μέρες των εορτών είναι αποτέλεσμα του σύγχρονου τρόπου ζωής και της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, που μεταπολεμικά στηρίχθηκε στην καλλιέργεια του υπερκαταναλωτισμού στις αναπτυγμένες χώρες.

Από τη μία, γιορτές σημαίνουν χαρά, ξεκούραση, ποιοτικός χρόνος με την οικογένεια και τους φίλους. Από την άλλη, στη σύγχρονη καταναλωτική κοινωνία αυτά δεν είναι ποτέ αρκετά. Οπως το έθεσε ο Erich Fromm, «οι σύγχρονοι καταναλωτές μπορούν να αναγνωρίσουν τους εαυτούς τους μέσα στη φόρμουλα: είμαι = ό,τι έχω και ό,τι καταναλώνω». Ετσι, η δημιουργία συνδέσμου ανάμεσα στις γιορτές και τις αγορές, υπό την έλλειψη προβολής διαφορετικών προτύπων, ήταν σχεδόν αναπόφευκτη. Δεν πρέπει μόνο να ρωτάμε αν είναι δυνατόν να κάνουμε Χριστούγεννα χωρίς να καταναλώνουμε, αλλά και πώς θα περάσουν τις γιορτές άνθρωποι που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν τα βασικά. Και οι ευθύνες σε αυτό το σημείο βαρύνουν, κυρίως, τους κυβερνώντες. Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε να αντιμετωπίσουμε τέτοιο βαθμό κοινωνικών ανισοτήτων και έναν τόσο αυξανόμενο αριθμό πολιτών που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Γι’ αυτό και απαιτούνται νέες πολιτικές που θα έχουν στο επίκεντρο τον άνθρωπο.
H κυρία Εύα Καϊλή είναι βουλευτής του ΠΑΣΟΚ.

Στο... ράφι όνειρα και ελπίδες
Του Γιωργου Μαζωνακη
Το ερώτημα που τίθεται εδώ, φυσικά, δεν τίθεται άνευ λόγου και σίγουρα πριν από 30, για παράδειγμα, χρόνια δεν θα απασχολούσε κανέναν. Γι’ αυτό κι εγώ το αλλάζω, το μετατρέπω έτσι προβοκατόρικα, γιατί αυτό μας αξίζει και ερωτώ θυμίζοντας, κι ας παρουσιάζομαι ίσως γραφικός, τις πραγματικές μας ανάγκες.

Είναι ωραίο σε οποιαδήποτε εποχή, σε οποιονδήποτε τόπο και σε οποιαδήποτε θρησκεία οι άνθρωποι να γιορτάζουν μια μεγάλη γιορτή και να είναι δυστυχισμένοι;

Και ποια είναι η ικανή και αναγκαία συνθήκη για να περνάει κάποιος τις γιορτές με χαρά, με διάθεση και με αγάπη για τους γύρω του;
Αν κάποιος υποστηρίξει με επιχειρήματα ότι τα λεφτά και η κατανάλωση καθιστούν το ανθρώπινο γένος ευτυχισμένο, τότε πολύ απλά να πάμε να πνιγούμε. Εκτός και αν στα πολυκαταστήματα παιχνιδιών, που πολιορκούν τα αφτιά μας κάθε χρόνο τέτοια εποχή με τις πιο εντυπωσιακές διαφημίσεις, πωλούνται μαζί με τα τελευταίας τεχνολογίας games και όνειρα αγάπη και στοργή…

Δεν είδα να διαφημίζεται ένα τέτοιο παιχνίδι ποτέ.
Κι επειδή δεν έχω κάποιο προηγούμενο με τα super market παιχνιδιών, μιλώ συνολικά για την αγορά των γιορτών. Επρεπε να ξεσπάσει όμως αυτή η τεράστια οικονομική κρίση, που πολύ φοβάμαι ότι τις πραγματικές της συνέπειες ούτε καν τις έχουμε γευτεί ακόμη, για να αντιληφθούμε ότι το ψέμα έχει κοντά ποδάρια, πως το μεγαλείο της κατανάλωσης στηρίζεται σε μια μεγάλη απάτη και, αντί να σε γεμίσει, σε αδειάζει περισσότερο, και να βρεθούμε τόσο σκληρά αντιμέτωποι με τη φενάκη που τόσα χρόνια μας πλάσαραν.

Και, επίσης, να νοσταλγήσουμε εποχές που η καραμέλα της κατανάλωσης δεν είχε ανακαλυφθεί, που χρήματα δεν υπήρχαν, αλλά οι άνθρωποι χαμογελούσαν στις γειτονιές, είχαν ειλικρίνεια μεταξύ τους και χαμογελούσαν χωρίς να παζαρεύουν αντίτιμο για το χαμόγελο που σκορπούσαν γύρω τους.
Ακόμη τη διασκέδαση κανείς την επινοούσε με την παρέα του απλά, καθημερινά και ανθρώπινα, χωρίς να οφείλει να την επιδείξει σε κάποιον.
Ευτυχώς για μένα, αν και ήμουν μικρό παιδί, πρόλαβα τέτοιες εποχές, που δεν ήταν ανέφελες και χωρίς προβλήματα και που ίσως κάποτε λείπανε και τα βασικά χρήματα για βασικές ανάγκες, όμως η αισιοδοξία δεν έλειπε.
Και λέω «ευτυχώς» για να έχω το μέτρο σύγκρισης και να μπορώ τώρα να σκεφτώ και να καταθέσω όλα αυτά.
Αντί λοιπόν να βολευόμαστε στην απάτη της κατανάλωσης, ας αναμετρηθούμε επιτέλους με τις πραγματικές μας ανάγκες. Μπορεί αρχικά να πονάει αυτό, αλλά μετά μας γλυκαίνει και μας ηρεμεί και, αν ανάμεσα σε αυτές ανακαλύψουμε και την επιθυμία να βοηθήσουμε κάποιον γιορτινές μέρες που είναι, ας το κάνουμε αθόρυβα, σεμνά και με αξιοπρέπεια…
Χρόνια πολλά, εν Χριστώ αδελφοί…
Ο κ. Γιώργος Μαζωνάκης είναι τραγουδιστής.

Γιατί κερδίζει έδαφος η βία;*
Στις μέρες που διανύουμε, τα φορτία της έντασης κατακλύζουν τις κοινωνίες, πυροδοτούν εκρήξεις, φέρνουν αντιμέτωπες όλο και περισσότερες κοινωνικές ομάδες με τις εξουσίες. Τι είναι όμως αυτό που ενισχύει τη βία στη σύγχρονη κοινωνία; Ο άναρχος πλουτισμός σε αντιδιαστολή με την εκτεταμένη ανέχεια; Η έλλειψη ενός ισχυρού αξιακού συστήματος, που θα λειτουργούσε ως ασπίδα προστασίας, όχι για τις πέτρες, αλλά για την κοινωνική σύγχυση; Η καταστρατήγηση των ονείρων; Από τους αστυνομικούς, τους χούλιγκαν και τους κουκουλοφόρους μέχρι την οικογενειακή βία και το συγκρουσιακό πεδίο στη νυχτερινή ζωή της πόλης, η κοινωνία μας «μυρίζει μπαρούτι». Τι έχει φταίξει; Πόσο είμαστε όλοι «συμμέτοχοι σε αυτή την τρέλα»; Υπάρχει τελικά έλλειμμα δημοκρατίας στο σημερινό τοπίο; Kαι είναι αυτό ευθύνη του πολίτη ή του δομημένου κράτους; Για τη βία σε κάθε της διάσταση μιλούν στις «Τάσεις» αυτής της Κυριακής οι επιστήμονες Γιάννης Πανούσης, Βάσω Αρτινοπούλου, Αγγελος Τσιγκρής και ο συγγραφέας Νίκος Δήμου.
Θανάσιμο παιχνίδι για δύο;
Του ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΝΟΥΣΗ
H βία έχει, δυστυχώς, μεταλλαχθεί σε τρόπο έκφρασης, επικοινωνίας και τελικά ζωής των ανθρώπων, αλλά και σε μέσο άσκησης πολιτικής. Η βία κινείται άνετα στο δρόμο, στο γραφείο, στην τηλεόραση, στο σπίτι, στη διαδήλωση, παντού. Βία λεκτική, βία κινήσεων και συμβολισμών, βία ενηλικίωσης, βία εγκληματική. Πολλές φορές και εκφάνσεις εγκλωβισμένων, περιθωριοποιημένων, διαψευσμένων ανθρώπων, αλλά παράλληλα και εγκληματικών οργανώσεων.
Το κρίσιμο ερώτημα εξακολουθεί, πάντως, να μένει αναπάντητο: Ποια είναι η δημοκρατική προσδιορισμένη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη νόμιμη και την παράνομη βία; Από ποιο σημείο και μετά η κρατική νομιμοποιημένη καταστολή γίνεται βάναυση και αυθαίρετη βία στην οποία ο λαός οφείλει να αντισταθεί και από ποιο σημείο και μετά η βία της (όποιας έντασης) κοινωνικής απειθαρχίας μετεξελίσσεται σε τυφλή τρομοκρατία στην οποία πρέπει η Πολιτεία (και η Δημοκρατία) να αντιταχθεί;
Εχω την εντύπωση πως η άμετρη, άσκοπη βία κατέστη εγγενές στοιχείο των πολιτικών αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων με συνέπεια «η πολιτική βία από τα πάνω» (θεσμοποιημένη βία, δομική βία) να προκαλεί «την πολιτική βία από τα κάτω» (συλλογική αντι-βία) και οι δύο μαζί να σφιχταγκαλιάζονται σ’ ένα τέτοιο θανάσιμο παιχνίδι εκτός ελέγχου που συνήθως καταλήγει σε δημοκρατική εκτροπή.
Η παροξυστική βία αναδεικνύει μια κρίση που ενυπάρχει και στους δύο μονομάχους, οι οποίοι μιμούνται ο ένας τον άλλο στα μεγέθη καταστροφής και έτσι «νομιμοποιούν» ο ένας τον άλλο (ενώ στην ουσία απονομιμοποιούν την πολιτική). Η πολιτική βία (με τις διακλαδώσεις της στην παρα-κρατική βία) γίνεται ένα κουβάρι με την πολιτική αντιβία (με τις διακλαδώσεις της στην κοινωνική βία), από το οποίο δεν μπορεί να αποσπάσεις κάποια άκρη που δεν θα ‘ναι βαμμένη στο χρώμα μιας προϋπάρχουσας ιδεολογικής τοποθέτησης για το ποιος «έριξε την πρώτη σφαίρα».
Επειδή η βία θα συνεχίσει να μολύνει τη ζωή μας και να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλειά μας, μόλις βγούμε από τα τραγικά γεγονότα που βιώνουμε όλοι ως εθνικό πένθος, καλά θα ήταν να θέσουμε εκ νέου τα όρια της δημοκρατικής λειτουργίας και ευθύνης (όλων προς όλους).
Δεν αρκεί ο έτσι κι αλλιώς αναγκαίος δημοκρατικός έλεγχος (επί) της Αστυνομίας και της αστυνόμευσης. Μας χρειάζεται και ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο εμπιστοσύνης προς εαυτούς και αλλήλους.
Ο Γιάννης Πανούσης είναι καθηγητής Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Βία και κοινωνική οργάνωση
Του ΑΓΓΕΛΟΥ ΤΣΙΓΚΡΗ
H βία αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό της συγκρότησης των κοινωνιών και δεν έχει παρατηρηθεί μέχρι σήμερα κοινωνία χωρίς βία. Στις μέρες μας, όμως, η κατάσταση είναι σαφώς βεβαρημένη. Η αποθέωση της βίας και η διαρκώς αυξανόμενη προβολή της, η αποπροσωποποίηση των σχέσεων, η κοινωνική αναλγησία, η διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, ο ανταγωνισμός, η αποθέωση του ατομικού επιτεύγματος και η μοναχική πορεία χωρίς οράματα, στόχους και ιδανικά καθιστούν το σύγχρονο άνθρωπο ευάλωτο στην εκδήλωση βίαιων συμπεριφορών.
Για μια ορθολογική πολιτική αντιμετώπισης της κλιμακούμενης βίας απαιτείται επαναπροσδιορισμός του ρόλου και της αποστολής της Αστυνομίας ως κατεξοχήν φορέα παροχής ασφάλειας, μεταρρύθμιση στην οργάνωση και τη λειτουργία της, αποκατάσταση των σχέσεων εμπιστοσύνης και συνεργασίας με τους πολίτες και σαφής καταγραφή των πραγματικών διαστάσεων του φαινομένου που θέλουμε να αντιμετωπίσουμε.
Αναφορικά με τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας των διωκτικών αρχών απαιτείται: 1) αλλαγή της νομοθεσίας αναφορικά με τη χρήση των όπλων, 2) προσαρμογή των διεθνών προτύπων στις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής περίπτωσης, 3) δημιουργία ειδικών ομάδων δίωξης με εξειδίκευση σε ιδιαίτερα εγκλήματα, 4) ενίσχυση των πεζών περιπολιών, 5) πάταξη της διαφθοράς και ενίσχυση των μηχανισμών αυτοκάθαρσης, 6) πρόσληψη επιστημονικού προσωπικού, 7) ορθολογική κατανομή του έμψυχου δυναμικού με βάση τις ανάγκες της κάθε περιοχής για αστυνόμευση, 8) ανανέωση και εκσυγχρονισμός της υλικοτεχνικής υποδομής, 9) εκπαίδευση του προσωπικού σε ζητήματα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, 10) ενδυνάμωση της συνεργασίας των σωμάτων δίωξης της εγκληματικότητας και 11) δημιουργία κοινού θαλάμου επιχειρήσεων και συντονιστικού οργάνου διαχείρισης κρίσεων.
Η κάθε κοινωνική οργάνωση έχει τα επίπεδα της βίας που της αξίζουν. Οι δείκτες των επιπέδων της βίας που παρουσιάζει μια κοινωνία στο χώρο και το χρόνο αποτελούν την πλέον αξιόπιστη μονάδα μέτρησης των φαινομένων κοινωνικής παθογένειας. Συνεπώς, προκειμένου να προληφθεί μια μελλοντική έξαρση των φαινομένων βίας στην κοινωνία μας θα πρέπει να καταβληθεί συντονισμένη προσπάθεια για τη μείωση των δεικτών κοινωνικής παθογένειας που ενδημούν στις σύγχρονες κοινωνίες.
Πρέπει, δηλαδή, να καταβληθούν προσπάθειες για να μειωθεί η ανεργία κυρίως των νέων ανθρώπων, να αυξηθεί το βιοτικό και το εκπαιδευτικό επίπεδο των πολιτών, να αναβαθμισθεί το κοινωνικό κράτος, να δοθούν ευκαιρίες στους νέους και να διασφαλισθούν τα μέσα για την επίτευξή τους, να επαναπροσδιορισθούν οι στόχοι της νέας γενιάς, να μειωθεί το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών, να ενσωματωθούν οι κοινωνικά αποκλεισμένοι και οι μειονοτικές ομάδες του πληθυσμού. Πρέπει, δηλαδή, να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια για τη δημιουργία μιας κοινωνίας συνοχής και αλληλεγγύης.
Ο Αγγελος Τσιγκρής είναι δικηγόρος και διδάκτωρ Εγκληματολογίας.
Βία, μια αποτυχημένη μαμμή
Toυ ΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΥ
Ο Μαρξ έγραψε: «Η βία είναι η μαμμή για κάθε παλιά κοινωνία που εγκυμονεί μία νέα». (Το τσιτάτο συνήθως αναφέρεται λανθασμένα: «Η βία είναι η μαμμή της Ιστορίας»). Είναι η βία μαμμή; Και τι έχει ξεγεννήσει; Πολύ λίγα πράγματα. Η Γαλλική Επανάσταση γέννησε την «Τρομοκρατία» (Terreur), τον Ναπολέοντα και την Παλινόρθωση (με τους Βουρβόνους). Χρειάστηκαν εκατό χρόνια για να εφαρμοστούν στην πράξη ορισμένες αρχές της.
Η Ρωσική Επανάσταση έφερε τον Στάλιν, τους διαδόχους του, τα γκούλαγκ και σαράντα εκατομμύρια θύματα. Χρειάστηκαν εβδομήντα χρόνια για να ξαναβρούν οι Ρώσοι τη Δημοκρατία όπως είχε αρχίσει να την εφαρμόζει ο Κερένσκι. Κι ακόμα την ψάχνουν. Ακόμα χειρότερα ήταν τα πράγματα με τις επαναστάσεις του Μάο ή του Πολ Ποτ. Αντίθετα, αν δούμε πώς εξελίχθηκε πολιτικά η Αγγλία ή πώς οργανώθηκε η πρώτη σύγχρονη Δημοκρατία, δώδεκα χρόνια πριν από τη Βαστίλη -στις Ηνωμένες Πολιτείες- θα διαπιστώσουμε πως η βία έπαιξε μικρό ή καθόλου ρόλο.
Ως μαμμή, η βία δεν τα πήγε πολύ καλά. Ο κόσμος εξελίσσεται, προχωράει και προοδεύει (παρά τις Κασσάνδρες) αλλά αυτό επιτυγχάνεται με συνεχείς μικρές διορθώσεις πορείας, με μεταρρυθμίσεις και αναθεωρήσεις. Η μόνη θεωρία που ισχύει στην πολιτική, όπως και στην επιστήμη, είναι η μέθοδος της δοκιμής και του λάθους. Οι μεγάλες απότομες αναστατώσεις φέρνουν εξίσου μεγάλες αντιδράσεις – έτσι που οι επαναστάσεις να οδηγούν σε δικτατορίες και απολυταρχίες. Η βία γεννάει βία. Η αρχική μεγάλη διαμάχη κομμουνιστών και σοσιαλδημοκρατών αφορούσε το δίλημμα «επανάσταση ή μεταρρύθμιση». Η Ιστορία απάντησε. Η προοδευτική, κομμάτι κομμάτι αλλαγή αποδείχθηκε ο μόνος τρόπος σταθερής και σίγουρης εξέλιξης.
Είναι τότε η βία εντελώς άχρηστη; Καταρχήν είναι αναπόφευκτη γιατί φαίνεται ότι βρίσκεται μέσα στη φύση μας. Ολοι κάποιες στιγμές ασκούμε βία στο συνάνθρωπό μας, περισσότερη ή λιγότερη ανάλογα με τη θέση και την ισχύ μας.
Οταν η «νόμιμη βία» που ασκεί το εκάστοτε κράτος (o Max Weber όρισε το κράτος ως το μονοπώλιο της βίας) ξεπεράσει τα όρια της νομιμότητας, η αντίδραση της κοινωνίας είναι εύλογα βίαιη. Το ξέσπασμα που ζήσαμε αυτές τις μέρες ήταν αντι-βία, όχι μόνο για τη βία μίας δολοφονίας, αλλά για τις ποικιλότροπες εκφάνσεις βίας που ασκούνται επάνω μας. Αν κάποιος ξέρει να ερμηνεύσει σωστά αυτή την αντίδραση, τότε η βία μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη για την πορεία της κοινωνίας μας. Αν και φοβάμαι πως οι ιθύνοντες δεν κατάλαβαν πολλά…
Ο κ. Νίκος Δήμου είναι συγγραφέας.
Oι ανισότητες εντείνουν τα αδιέξοδα
Της ΒΑΣΩΣ ΑΡΤΙΝΟΠΟΥΛΟΥ
Χωρίς ίχνος αμφισβήτησης του θεσμικού ρόλου της Αστυνομίας για την πρόληψη και την καταπολέμηση του εγκλήματος στο πλαίσιο της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του Συντάγματος και των νόμων, οφείλουμε να επισημάνουμε κάποια δεδομένα για τη χώρα κατά την περίοδο 2003-2007. Η χώρα καταδικάστηκε τέσσερις φορές από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για κακοποίηση πολιτών από αστυνομικούς και τρεις για παράνομη χρήση όπλων από αστυνομικούς. Κατά την ίδια περίοδο ερευνήθηκαν πειθαρχικά 238 καταγγελίες κατά αστυνομικών για κακομεταχείριση και σχηματίσθηκαν 127 ποινικές δικογραφίες. Αποτάχθηκε ένας αστυνομικός και εκκρεμούν 2 πρωτόδικες καταδίκες ενώπιον εφετείων. Παράλληλα υπήρξαν 99 υποθέσεις χρήσης όπλων, για τις οποίες ένας αστυνομικός αποτάχθηκε, ένας καταδικάσθηκε στο εφετείο και εκκρεμούν 4 εκδικάσεις εφέσεων, έπειτα από πρωτόδικη καταδίκη. Από τη χρήση όπλων 12 άτομα σκοτώθηκαν και άλλα 27 τραυματίσθηκαν. Τα στοιχεία δημοσιοποιήθηκαν από το Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι και περιλαμβάνονται σε πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ.
• Οι ανεπάρκειες που αφορούν ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες της Ελληνικής Αστυνομίας έχουν επισημανθεί και έχουν αποτελέσει αντικείμενο συζητήσεων τόσο μέσα στους κόλπους της ίδιας της Αστυνομίας όσο και την ευρύτερη κοινωνία. Το πρόσφατο τραγικό περιστατικό ήταν αρκετά σοβαρό για να αποτελέσει από μόνο του την «αιτία» κοινωνικής αντίδρασης και όχι μόνο «αφορμή». Εχει πραγματικό και συμβολικό χαρακτήρα: ένα «αθώο ανήλικο θύμα» και αντανακλά αναχρονιστικά αστυνομο-κρατικά πρότυπα συμπεριφοράς.
Συμβαίνει δε σε μια χρονική και κοινωνική συγκυρία που η χώρα ταλανίζεται από σκάνδαλα, διάψευση των προσδοκιών για «καλύτερες ημέρες», αύξηση της ανεργίας, της φτώχειας και του φόβου του εγκλήματος. Το 76% των Ελλήνων νιώθει απογοήτευση και δεν εμπιστεύεται τους θεσμούς…
• Οι στείροι ρητορικοί και εξαγγελτικοί λόγοι, όταν δεν συνοδεύονται από αντίστοιχες θεσμικές πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις για την άμβλυνση των πάσης φύσεως ανισοτήτων, ανατροφοδοτούν τη ματαίωση και την απογοήτευση.
• Οσοι μετείχαν στις ταραχές των πόλεων αποτελούν κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας. Δεν ήταν ούτε όλοι παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου ούτε ψυχικά ασθενείς, όπως με ευκολία βάζουμε ετικέτες σε οποιονδήποτε αποκλίνει… Αν υποθέσουμε ότι ήταν «συγκυρία» και «άτυχη στιγμή», τότε μάλλον δεν θα επαναληφθεί στο μέλλον η εικόνα αυτή –τουλάχιστον σε αυτή την έκταση. Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει «κοινωνικό έρεισμα» και υπόβαθρο, τότε όσο αυξάνονται οι κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες, ο αποκλεισμός και τα αδιέξοδα, τόσο θα έχουμε έκδηλη βία. Και όπως όλοι μας οφείλουμε και πρέπει να καταδικάζουμε τη χρήση βίας σε όλες τις μορφές έτσι θα πρέπει να την ερμηνεύσουμε και να την προσεγγίσουμε. Τουλάχιστον να αποπειραθούμε να κατανοήσουμε τι πραγματικά συμβαίνει. Και αναλόγως να πράξουμε…
Η Βάσω Αρτινοπούλου είναι αν. καθηγήτρια Εγκληματολογίας, Τμήμα Ψυχολογίας Παντείου Πανεπιστημίου.
Υπάρχει χώρος για την πολιτική στο Διαδίκτυο;*
Ο Μπαράκ Ομπάμα αμέσως μετά τη θριαμβευτική εκλογή του ανακοίνωνε ότι «υπάρχει ένας απόκρημνος λόφος να σκαρφαλώσουμε, καθώς δεν θα ανασυντάξουμε μόνο την κυβέρνηση αλλά τη Δημοκρατία». Εχοντας ως αφετηρία την τεράστια επιτυχία της διαδικτυακής του καμπάνιας, ο νέος πρόεδρος επενδύει στους ενεργούς πολίτες του Διαδικτύου για την επίτευξη και αυτού του στόχου.
Με τη νέα αυτή «συμμαχία» διαμορφώνει ένα περιβάλλον πολιτικής συμμετοχής και διαβούλευσης στο Διαδίκτυο, όπου οι πολίτες δεν είναι πια παρατηρητές αλλά συνδιαμορφωτές. Και στην Ελλάδα, τι κάνουμε; Ζώντας μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο και παρακολουθώντας τη δραστηριοποίηση των πολιτικών στο χώρο του Ιντερνετ, διερωτώμεθα αν υπάρχει πολιτική στο Διαδίκτυο. Υπάρχει περιθώριο δράσης και συμμετοχής του πολίτη στην πολιτική σκηνή μέσα από τον Kυβερνοχώρο; Η απάντηση, αν και όχι προφανής, είναι ναι. Μπορεί να διαχέεται η δαιμονοποίηση του Διαδικτύου, πολλώ δε μάλλον των ιστολόγων, βλ. bloggers, για λόγους όχι πάντα άδικους. Μπορεί πάλι οι Ελληνες χρήστες να μην έχουν ακόμα αντιληφθεί την επιρροή που μπορούν μέσω του Διαδικτύου να έχουν στην πολιτική δράση. Υπάρχει η διαδικτυακή Εκκλησία του Δήμου ή ανήκει στο χώρο της φαντασίας; Στις «Τάσεις» αυτού του φύλλου του ΕΤ.Κ απαντούν τέσσερις ενεργοί πολίτες του Διαδικτύου: Ο συνιστολόγος του Σταχυολογίου Ανδρέας Τριανταφυλλίδης, ο Αθήναιος, κατά κόσμον Βίβιαν Ευθυμιοπούλου, ο Μιχάλης Κούτρας του Korinthos Blog και ο jimmy278, Δημήτρης Γεωργίου.

Διαδικτυακή αναγέννηση της Δημοκρατίας
Του ΑΝΔΡΕΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ
Ας φέρουμε τη φράση του Κορνήλιου Καστοριάδη, «η φιλοσοφία στην αρχαία Ελλάδα ήταν φιλοσοφία πολιτών που συζητούν στην αγορά με άλλους πολίτες», στο παρόν. Οπου λέξη «αγορά» ας βάλουμε τη λέξη «Διαδίκτυο». Η φράση μοιάζει αρχικά ανακριβής ή χωρίς ισχύ. Αλλά ας το δούμε στην πράξη.
Για πρώτη φορά στην Ιστορία τόσοι πολλοί άνθρωποι γράφουν, δημοσιεύουν, εκτίθενται και συζητούν. Και για πρώτη φορά τόσοι πολλοί πολίτες παρακολουθούν, διακριτικά, τις συζητήσεις των συμπολιτών τους. Η (υπέρ) κοινότητα αυτή -ας τη λέμε ιστολογόσφαιρα- έχει αποκτήσει σημασία στην εθνική πολιτική, ανάλογη, θα έλεγα, με τη διείσδυση της χρήσης του Διαδικτύου στην εκάστοτε χώρα…
Παρατηρώ, όμως, ότι το μεγαλύτερο βάρος της πολιτικής δραστηριότητας στην ιστολογόσφαιρα επικεντρώνεται στη νίκη του «δικού μας» υποψηφίου ή κόμματος, όπως έγινε με την εκλογή του Ομπάμα.

Σκέφτομαι, λοιπόν: «OK, βοηθήσαμε τον εκλεκτό μας να… εκλεγεί. Και τώρα, τι;».
Δεν απαξιώνω τη στήριξη ενός υποψήφιου προσώπου ή κόμματος. Το κάνω κι ο ίδιος. Επιμένω, όμως. «Τώρα, τι!;».
Οπως γράφει o ιστολόγος Τήλαφος, «[…] πολιτική σημαίνει, κυρίως, μη διαμεσολάβηση […], πολιτική είναι οι ενέργειες των πολιτών που παράγουν αποτέλεσμα, κι όχι το αποτέλεσμα διερμηνείας των απόψεών τους από διαμεσολαβητές». Αν, λοιπόν, στο παρελθόν ήταν δύσκολο να δοθεί, στους πολίτες, μεγαλύτερη δυνατότητα εποπτείας και διακυβέρνησης, σήμερα γίνεται ξανά ολοένα ευκολότερο, χάρη στο Διαδίκτυο. Κυρίως, όμως, χάρη στην πολιτική δυναμική που αναπτύσσεται σ’ αυτό. Να, λοιπόν, πώς επικαιροποιείται και ενεργοποιείται η φράση του Καστοριάδη.
Το ερώτημα δεν είναι, όμως, τελικά αν επηρεάζεται η πολιτική από τις κοινότητες του Διαδικτύου, αλλά πώς θα βοηθήσουν οι πολιτικοί αυτή τη διάθεση επιστροφής των ανθρώπων στην πολιτική, όπως και το νέο μέσο με το οποίο αυτή μπορεί να πραγματωθεί.

Ποιος θα επιβάλει στην ΕΣΥΕ να διαθέτει ελεύθερα όλα τα στοιχεία; Ποιος υπουργός θα αποφασίσει ν’ ανοίξει τελείως το ΕΡΓΟΡΑΜΑ; Ποια κυβέρνηση θα ανοίξει απόλυτα την πρόσβαση στα ΦΕΚ; Ποιος δήμαρχος θα δώσει 10% του προϋπολογισμού να το διαμορφώσουν οι δημότες; Ποια κοινοβουλευτική πλειοψηφία θ’ αποφασίσει να ανακινηθεί η διαβούλευση και να γίνει δημοψήφισμα για κάποιο σημαντικό ζήτημα; Ποιοι θα δουν στο Διαδίκτυο την πιθανότητα δημιουργίας μιας καλύτερης Δημοκρατίας;

Και η ερώτηση απευθύνεται στους πολιτικούς, γιατί μ’ ενδιαφέρει ειλικρινά η συνδρομή τους, αλλά κι επειδή ξέρω ήδη ότι οι ολοένα πιο διαδικτυωμένοι πολίτες θα φτιάξουν αυτήν την καλύτερη Δημοκρατία. Ούτως ή άλλως.
Ο κ. Ανδρέας Τριανταφυλλίδης είναι συνιστολόγος στο staxiologio.gr/flow/

Ολοζώντανη η Εκκλησία του Δήμου
Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Λένε οι δημοσκόποι πως σε μια δημοσκόπηση αυτό που αξίζει να προσεγγίσει κανείς είναι οι υπόγειες διεργασίες που συντελούνται στα μυαλά και τις ψυχές των ανθρώπων. Οι βουβές εκείνες απόψεις που ακόμα δεν έχουν φθάσει στο νου των πολιτών αλλά παραμένουν υποσυνείδητες τάσεις.
Οι απόψεις, που χωρίς να έχουν σχηματοποιηθεί με σαφήνεια, καθορίζουν εντούτοις (υποσυνείδητα) πολιτικές συμπεριφορές και διαμορφώνουν μελλοντικές πλειοψηφίες. Και είναι πράγματι αυτό σημαντικό, γιατί όποιος διαγνώσει αυτές τις υπόγειες διεργασίες, όποιος έχει πλήρη επίγνωση του τι γίνεται στο βάθος, αυτός βρίσκεται ένα βήμα μπροστά στην ανάλυση και μετέπειτα στη διατύπωση των πολιτικών εκείνων προτάσεων που θα «καβαλήσουν» το κύμα των βαθύτερων επιθυμιών των πολιτών.Προνομιακός χώρος εκδήλωσης αυτών των υπόγειων ρευμάτων είναι, ασφαλώς, το Διαδίκτυο. Το γιατί είναι σαφές σε όποιον «σερφάρει» στα πολιτικά και κοινωνικά sites και blogs που συναπαρτίζουν την ελληνική εκδοχή του νέου τρόπου επικοινωνίας στο πλανητικό χωριό.

Με γλώσσα απαλλαγμένη από τις αναστολές του καθωσπρεπισμού και οικειότητα που σου δίνει το σαλόνι του σπιτιού σου, ο Ελληνας πολίτης εκφράζει στο Διαδίκτυο αυτά που θα ήθελε αλλά δεν μπορεί να πει στη δημόσια ζωή του.
Η ανωνυμία βοηθάει στο να εκφράσει κανείς ακόμα πιο ελεύθερα αυτά που πραγματικά σκέφτεται. Η δημόσιος υπάλληλος θα σου πει τι γίνεται μέσα στο τάδε υπουργείο με διαύγεια και γλώσσα που τσακίζει κόκαλα. Τα θέματα διαφθοράς, καθώς και οι πραγματικές απόψεις για πρόσωπα και καταστάσεις περιγράφονται και αναλύονται με ωμότητα που συχνά σοκάρει. Εκεί θα δεις ανάγλυφα να περιγράφεται με σαφήνεια και λεπτομέρειες ο ρόλος του τάδε ΜΜΕ στη δείνα υπόθεση ή και να δίνονται πληροφορίες που δεν θα βρεις αλλού, ακόμα και για το ποιος πολιτικός πίνει καφέ με ποιον δημοσιογράφο και τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την πολιτική συγκυρία.

Ο πειρασμός να ελεγχθούν όλα αυτά είναι μεγάλος. Ποιος μπορεί να ελέγξει πραγματικά γιατί ένα site επιτίθεται στοχευμένα και με εσωτερική πληροφόρηση στον τάδε πολιτικό;

Και όμως, αυτή η στοχευμένη επίθεση μπορεί να διαδοθεί από στόμα σε στόμα και να παγιωθεί σαν άποψη και αυτό μπορεί να έχει συνέπειες για το συγκεκριμένο πολιτικό ή την πολιτική που αυτός εκφράζει. Ακόμα και έτσι, όμως, το Διαδίκτυο παραμένει ο κατεξοχήν τόπος σημερινής ελεύθερης έκφρασης.
Η παλιά Εκκλησία του Δήμου είναι ολοζώντανη και ακμαία και είναι εδώ… Ποιος πολιτικός θα μπορούσε να αγνοήσει ή να περιφρονήσει την Εκκλησία του Δήμου; Αυτοί οι πολιτικοί ή αυτοί οι κομματικοί σχηματισμοί που θα αγνοήσουν τα υπόγεια ρεύματα που εκφράζονται στο Διαδίκτυο και που διαμορφώνουν σήμερα τις αυριανές πλειοψηφίες, αυτοί οι πολιτικοί θα είναι οι χαμένοι του αύριο.
Και λέγοντας αύριο δεν εννοούμε την άλλη δεκαετία. Εννοούμε, ασφαλώς, ήδη τις επόμενες εκλογές…
O κ. Δημήτρης Γεωργίου είναι συγγραφέας του jimmy278.blogspot.com/

Η κοινότητα είναι η δύναμη
Του ΜΙΧΑΛΗ ΚΟΥΤΡΑ
Ενα ιστολόγιο δεν επηρεάζει απαραίτητα τίποτα, εκτός από το χρόνο του δημιουργού του. Κάποια όμως ιστολόγια εμφανίζουν κοινωνική δυναμική και έτσι μπορούν να επηρεάσουν και την πολιτική. Η κοινωνική αυτή δυναμική δεν είναι όμως ποτέ περιουσία του ιστολογίου, αλλά της κοινότητας που περιστρέφεται γύρω από αυτό. Στην πραγματικότητα, αυτό που ένα ιστολόγιο μπορεί να κάνει είναι να συγκεντρώσει, να ενισχύσει και να επιταχύνει τη διασπορά μιας ήδη υπάρχουσας κοινωνικής δυναμικής.

Ηδη από το 1920 οι κοινωνιολόγοι της σχολής του Σικάγου (πόλης-αφετηρίας για τον Ομπάμα) με τη θεωρία της κοινωνικής αποδιοργάνωσης περιέγραψαν τον κατατεμαχισμό των παλαιών κοινωνικών δομών και αξιών στα σύγχρονα αστικά περιβάλλοντα, με επακόλουθο τη μείωση της κοινωνικής συνοχής. Δεν σκοπεύω εδώ να συμβάλω στο θρήνο των ρομαντικών για την απώλεια της μεγάλης οικογένειας ή της παλιάς γειτονιάς, αλλά μάλλον στον έπαινο των νέων κοινοτήτων που παράγονται χάρη στα κοινωνικά μέσα (social media), κοινοτήτων που κάποιοι βιάστηκαν να χαρακτηρίσουν ως εικονικές, ενώ το παράδειγμα της εκλογής του Ομπάμα -και όχι μόνο αυτό- μάς έδειξε ότι είναι με το παραπάνω πραγματικές.
Τα ιστολόγια, όπως όλα τα κοινωνικά μέσα, εκπληρώνουν μια ανθρώπινη ανάγκη: αυτήν της συμμετοχής σε ομογενή δίκτυα που συναπαρτίζουν, μεταξύ άλλων, την ταυτότητα του ατόμου και επηρεάζουν τη συμπεριφορά του. Εκεί ο σύγχρονος πολίτης έχει τη δυνατότητα να συναντηθεί διαδικτυακά με ανθρώπους που μοιράζονται τις ίδιες με αυτόν αξίες και προσδοκίες. Τότε, η κοινή τους δράση μπορεί να αποκτήσει χαρακτηριστικά συλλογικής νοημοσύνης, με υψηλό αντίκρισμα στο κοινωνικό πεδίο.
Φαίνεται ότι στις ΗΠΑ το παράδειγμα δούλεψε και νομίζω πως αυτό έγινε για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, γιατί πολλά ιστολόγια λειτούργησαν ως κτήμα της κοινότητας και όχι αυτού που τα έστησε. Και δεύτερον, γιατί τα ιστολόγια αυτά δεν εξέφρασαν φιλοδοξίες πολιτικής διαμεσολάβησης, αλλά ενδυνάμωσης της επικοινωνίας μεταξύ των πολιτών, καθώς -επαναλαμβάνω- η κρίσιμη λέξη πίσω από το ιστολόγιο είναι η λέξη «κοινότητα» και όχι η λέξη «πολιτική». Ετσι, τα ιστολόγια απέκτησαν κύρος στα μάτια των πολιτών και ήρθαν σε ορατή αντιδιαστολή με τα κλασικά ΜΜΕ, αποκαλύπτοντας αδυναμίες τους και συμπληρώνοντας κενά.
Στη χώρα μας δεν υπάρχουν τέτοια ιστολόγια. Η δε κοινωνιολογική προσέγγιση των σχολίων που κατατίθενται σε ιστολόγια με μεγάλη επισκεψιμότητα τύπου press-gr αποκαλύπτει ένα γιγαντιαίο λαϊκιστικό πέπλο, ορατό άλλωστε και εκτός Διαδικτύου. Η απαραίτητη ποιότητα ανθρώπων, ως μονάδων, ασφαλώς και υπάρχει. Οι κοινότητές τους όμως, προς το παρόν, απουσιάζουν. Ελπίζω όχι για πολύ.
Ο κ. Μιχάλης Κούτρας είναι συγγραφέας του Korinthos Blog.

Διαμορφωτές της πολιτικής ατζέντας
Της ΒΙΒΙΑΝ ΕΥΘΥΜΙΟΠΟΥΛΟΥ
Η νίκη του Μπαράκ Ομπάμα μοιραία μας προκαλεί να διερευνήσουμε τις συνθήκες που οδήγησαν σε αυτή και, βέβαια, να ανιχνεύσουμε αναλογίες με την πολιτική κατάσταση στον τόπο μας. Ο Μπαράκ Ομπάμα ανδρώθηκε πολιτικά σ’ ένα περιβάλλον εντελώς διαφορετικό από το δικό μας.
H αμερικανική κοινωνία είναι ανοιχτή και βαθιά δημοκρατική και φαίνεται πως για τους πολίτες της η έννοια της συμμετοχής έχει ένα ουσιαστικό νόημα. Απόδειξη, η σχέση των Aμερικανών πολιτικών με το Διαδίκτυο γενικότερα και τα μπλογκ ειδικότερα.

Πολύ συχνά οι Ελληνες πολιτικοί που προσέρχονται στην εταιρία με την οποία συνεργάζομαι για την επικοινωνιακή διαχείριση της δημόσιας παρουσίας τους παραπονούνται ότι είναι αποκλεισμένοι από τα παραδοσιακά ΜΜΕ και μας ζητούν να βρούμε τρόπους να διεισδύσουν σε αυτά.
Οταν τους προτείνουμε να αναπτύξουν τη διαδικτυακή τους παρουσία μέσω ενός μπλογκ, αρχικά μας κοιτούν με περίσκεψη. Δυστυχώς για τους περισσότερους Ελληνες πολιτικούς το blogging συνιστά μια sui generis δραστηριότητα, τη δυναμική της οποίας αδυνατούν να συλλάβουν.

Αντίθετα, τα κόμματα, σε κεντρικό επίπεδο, φαίνεται πως επενδύουν στην ανάπτυξη μιας συντονισμένης διαδικτυακής παρουσίας, προσλαμβάνοντας μάλιστα για το σκοπό αυτό γνωστούς μπλόγκερ. Τόσο ως άνθρωπος της επικοινωνίας όσο και ως μία από τους παλαιότερους Ελληνες μπλόγκερ φρονώ πως είναι θέμα χρόνου στην Ελλάδα των συγκεντρωτικών δομών, της πατερναλιστικής και αρκετά θρησκόληπτης νοοτροπίας τα blog ως μέσο να πρωταγωνιστήσουν στη διαμόρφωση της ατζέντας του πολιτικού διαλόγου.

Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει πως αυτόματα θα αποκτήσουμε μια καλύτερη πολιτική, απαλλαγμένη από τις γνωστές κακοδαιμονίες. Οχι. Σίγουρα όμως οι πολιτικές θέσεις θα διαχέονται από πολλούς και διαφορετικούς πομπούς εν πολλοίς ανεξέλεγκτους και, ως φιλελεύθερη που είμαι, θα μου επιτρέψετε να πιστεύω πως οτιδήποτε αποτρέπει τη συγκέντρωση εξουσίας σε έναν πόλο δεν μπορεί παρά να λειτουργεί προς όφελος των πολιτών.

Είναι αλήθεια πως οι Ελληνες πολιτικοί που ζουν «στη χώρα των παράλληλων μονολόγων», που έλεγε και ο Σεφέρης, θα δυσκολευτούν να προσαρμοστούν σ’ ένα σύστημα παραγωγής πολιτικού διαλόγου που θα καθιστά εκείνους απόλυτα υπεύθυνους για τη διαχείριση της πολιτικής τους εικόνας και θα τους εκθέτει στην κριτική των πολιτών-σχολιαστών των μπλογκ η οποία αρκετές φορές είναι αδυσώπητη.
Κάποιοι θα ισχυριστούν πως το μέσο δεν προσφέρεται για όλους. Σε αυτή την άποψη θα απαντήσω με μια ρήση του μεγάλου Κικέρωνα που είναι και το μότο της ζωής μου: «Η τύχη χαμογελάει στους τολμηρούς». Είμαι σίγουρη πως ο Μπαράκ Ομπάμα θα συμφωνούσε μαζί του.
Η κυρία Βίβιαν Ευθυμιοπούλου είναι σύμβουλος επικοινωνίας (Stratego Communications) και συγγραφέας του μπλογκ Αθήναιου Βορβορυγμοί (www.greekgastronomer.com)
Ποιος είναι ο ελληνικός κινηματογράφος;*


Σεναριογράφοι, σκηνοθέτες, ηθοποιοί, παραγωγοί. Φώτα, κάμερα, πάμε! Μεγάλη οθόνη, Φεστιβάλ. Από το κλασικό έως το νέο, από το εναλλακτικό έως το εμπορικό, από το κουλτουριάρικο έως το «ποπ κορν», από τις ταινίες μικρού μήκους έως το ντοκιμαντέρ, η 7η Τέχνη ήταν και παραμένει ένα φαινόμενο που… μαγεύει τους πάντες. Οπως και να το δει κανείς, είναι ένα σύνθετο δημιούργημα του σύγχρονου πολιτισμού. Λίγες μέρες πριν από την έναρξη του 49ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, της μεγαλύτερης ελληνικής διοργάνωσης για το κινηματογραφόφιλο κοινό, οι «Τάσεις» διερευνούν το σύγχρονο ελληνικό σινεμά. Εχει «ταυτότητα» και, αν ναι, ποια είναι; Ο ελληνικός κινηματογράφος είναι οι art δημιουργίες σκηνοθετών που αφορούν 3.000 ανθρώπους ή οι «τηλεοπτικές» ταινίες που σπάνε ταμεία; Υπάρχει έλλειψη καλών σεναρίων; Ή μήπως υπάρχει τεράστιο έλλειμμα στο χώρο των παραγωγών;

Για την εξέλιξη και την παρουσία του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου γράφουν οι σκηνοθέτες Παναγιώτης Καρκανεβάτος και Ολγα Μαλέα, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Αντώνης Καφετζόπουλος και ο κριτικός κινηματογράφου του Ελεύθερου Τύπου Παναγιώτης Τιμογιαννάκης.

«Παράθυρο» σ’ έναν κόσμο που αλλάζει
Του Πανου Καρκανεβατου
Η σχέση του κοινού με τον ελληνικό κινηματογράφο αλλάζει. Κατά τη γνώμη μου, αυτό συμβαίνει όταν το έργο μας προσπερνάει το ιδιωτικό πεδίο, ενσωματώνει το προσωπικό και γίνεται δημόσιο αγαθό. Τότε οφείλει να βρίσκει τρόπους επικοινωνίας με το κοινό, να υπάρχει δημόσια, στις αίθουσες. Είναι τόσο μεγάλη η προσπάθεια και οι αναγκαίοι πόροι για να γίνει μια ταινία που η διασφάλιση της διανομής της είναι μια από τις πρώτες προτεραιότητες.

Ο ελληνικός κινηματογράφος δικαίως πρόταξε τα τελευταία χρόνια την ανάγκη ύπαρξης παραγωγού. Νομίζω πως θα έπρεπε να μας απασχολεί εξίσου η ανάγκη χάραξης μιας στρατηγικής προώθησης και διανομής των έργων. Μια τέτοια στρατηγική μάς φέρνει στην καρδιά του ζητήματος ελληνικός κινηματογράφος και στο βασικό ερώτημα: Πού απευθύνεται;

Για χρόνια αυτή η βασική εξίσωση είχε διαρραγεί κι έφτασε σε πολλές περιπτώσεις στα άκρα. Να μην απευθύνεται. Να αρκείται στο να είναι μια ιδιωτική, μια κλειστή «οικογενειακή» υπόθεση. Εδραιώνοντας και αναπαράγοντας έτσι μια τεράστια αντίφαση υψηλού κόστους. Το αν και πού απευθύνεται, αφορά φυσικά τη θεματική και το σενάριο, διατρέχει τη ματιά και είναι ευθέως ανάλογο της αισθητικής και δραματουργικής αρτιότητας του έργου.
Είναι απαραίτητο, κατά τη γνώμη μου, οι ταινίες να χτίζονται σαν συμπαραγωγές, να ανοίγονται στην Ευρώπη, στον κόσμο. Να επικοινωνούνε και να δοκιμάζονται σε όλα τα στάδια, σε ένα ευρύτερο, περισσότερο απαιτητικό και πιο αξιόπιστο πλαίσιο. Είναι ανάγκη να αντιστοιχηθούμε με τον υπόλοιπο κόσμο, με τη δική μας φωνή, το δικό μας πρόσωπο.

Προσωπικά επεδίωξα τα έργα μου να κινούνται σε ένα τέτοιο πλαίσιο. Εγιναν σε συνεργασία με Ευρωπαίους και Αμερικανούς διανομείς, σε συμπαραγωγή με Ευρωπαίους παραγωγούς και ευρωπαϊκές τηλεοράσεις όπως το Channel 4, ZDF, ARTE, RTBF, NPS.

Προσωπικά έμαθα να εργάζομαι σε ένα πλαίσιο αρχών, που ισχύει στην Ευρώπη. Οπου αρκεί κανείς να τοποθετείται με την εργασία του και το έργο του και τίποτε πέραν αυτού. Είναι εν τέλει χρέος της πολιτείας να διασφαλίζει το θεσμικό πλαίσιο που απελευθερώνει τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Σε καιρούς που οι εικόνες μιας χρήσης κυριαρχούν, υπάρχει η ανάγκη για έναν κινηματογράφο που μιλάει τη γλώσσα του κινηματογράφου, που μπορεί να αναμετρηθεί με το χρόνο, που να αφήνει ένα κάποιο ίχνος. Εναν κινηματογράφο που να μας αγγίζει, να μας αφορά, που να ανοίγεται στον κόσμο.
Ο κ. Πάνος Καρκανεβάτος είναι σκηνοθέτης

Να βγούμε από τα σύνορα της χώρας μας
Της ΟΛΓΑΣ ΜΑΛΕΑ
Νομίζω ότι σήμερα ο ελληνικός κινηματογράφος είναι σε καλύτερη φόρμα παρά ποτέ. Τα τελευταία δέκα χρόνια το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έχει πάψει να είναι ο μόνος παραγωγός ελληνικών ταινιών και το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης η μόνη «αίθουσα» προβολής του. Οι ελληνικές ταινίες έχουν γίνει και πάλι περιζήτητες. Ο κόσμος τις περιμένει με ανυπομονησία και τις στηρίζει με το εισιτήριό του, οι αιθουσάρχες ενθουσιάζονται όταν τις προβάλλουν και φυσικά οι παραγωγοί και οι διανομείς τις αναζητούν με πάθος.

Μετά από δεκαετίες, η βιομηχανία και η τέχνη του σινεμά επιτέλους ανθούν και στη χώρα μας. Οι ελληνικές ταινίες διανέμονται και προβάλλονται όπως και οι ξένες, με αποτέλεσμα να διεκδικούν ένα σημαντικό κομμάτι της αγοράς. Θυμάμαι όταν η Προοπτική έβαλε αφίσες στις στάσεις των λεωφορείων για τον «Οργασμό της Αγελάδας» και επέβαλε να βγει σε 8 αίθουσες. Ηταν Γενάρης του 1997 και είχαμε πέσει όλοι ξεροί. Δεν είχαν ξαναμπεί ποτέ αφίσες για ελληνική ταινία, ούτε φυσικά και οκτώ αίθουσες. Σήμερα η σωστή προώθηση της ελληνικής ταινίας θεωρείται δεδομένη και αναμενόμενη. Δέκα χρόνια μετά τον «Οργασμό της Αγελάδας», το 2007, η τελευταία μου ταινία «Πρώτη Φορά Νονός» βγήκε στις αίθουσες όχι με αφίσες αλλά με… γιγαντοαφίσες, με κάθε δυνατό τρόπο προώθησης και σε 40 αίθουσες! Νομίζω ότι τα παραπάνω μόνο με αισιοδοξία μπορούν να μας γεμίσουν.

Ξέρω ότι υπάρχουν πολλοί που ανησυχούν για την ποιότητα των ελληνικών ταινιών και φοβούνται ότι τώρα θα γίνονται μόνο εμπορικές ταινίες και συγκεκριμένα κωμωδίες επιπέδου… μπαλαφάρας.
Προσωπικά δεν συμμερίζομαι τις ανησυχίες τους. Εχω την αίσθηση ότι το σημαντικό είναι το γεγονός ότι ανοίγει η ψαλίδα. Σε Δημοκρατία ζούμε και ο κόσμος είναι ικανός να επιλέγει και άρα να στηρίζει. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον περσινό χειμώνα. Είχε ελληνικές ταινίες πιο καλλιτεχνικές, όπως η ταινία του Θάνου Αναστόπουλου «Διόρθωση» που βραβεύτηκε με το 3ο βραβείο Ταινίας Μυθοπλασίας Μεγάλου Μήκους, το βραβείο σεναρίου, καθώς και βραβείο πρώτου ανδρικού ρόλου στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας.

Αλλες εξαιρετικά φιλόδοξες όπως ο «Ελ Γκρέκο», άλλες πιο εμπορικές-νεανικές όπως το «Μόλις Χώρισα». Μέχρι και παιδί πρωταγωνιστή είχαμε με το «Πρώτη Φορά Νονός», κάτι καθόλου εμπορικό από μόνο του. Το σημαντικό είναι ότι όλες βρήκαν το κοινό τους.

Νομίζω ότι το επόμενο βήμα για τον ελληνικό κινηματογράφο είναι να συμβεί αυτό που συμβαίνει σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες: να βγούμε από τα σύνορα της χώρας μας. Ο γαλλικός κινηματογράφος ανταγωνίζεται τις αμερικανικές ταινίες, ο ισπανικός αλλά και ο δανέζικος έχουν κατακτήσει και τις διεθνείς αγορές, ενώ ο βρετανικός παρουσιάζει ένα από τα πιο επιτυχημένα μοντέλα ανεξάρτητου κινηματογράφου.
Προφανώς υπάρχουν και κάποιες μεμονωμένες ελληνικές ταινίες που σε κάποιο βαθμό τα καταφέρνουν να βγουν εκτός συνόρων. Και προφανώς υπάρχουν κάποιοι δημιουργοί όπως ο Αγγελόπουλος που το καταφέρνουν. Αλλά νομίζω ότι τώρα θα πρέπει να προσπαθήσουμε να επεκτείνουμε αυτό το ευτυχές φαινόμενο και να φτιάχνουμε ταινίες που θα αγγίζουν και θεατές που δεν ομιλούν την ελληνικήν. Ελπίζω να τα καταφέρουμε!
Η κ. Ολγα Μαλέα είναι σκηνοθέτις

Χρειάζονται κίνητρα για επενδύσεις
Του Αντώνη Καφετζόπουλου
Μοιάζει μάταιο και χάσιμο χρόνου: τι θα μπορούσε να γίνει με τον ελληνικό κινηματογράφο (Ε.Κ.) σήμερα; Και γιατί πρέπει να γίνει κάτι; Αρκετά προβλήματα δεν έχουμε;

Θα ασχολούμαστε, σε τέτοιους καιρούς, με τις Τέχνες και άλλα κουραφέξαλα πολυτελείας; Εδώ δεν έχουμε χρήματα για να συντηρήσουμε τα νοσοκομεία, θα ψάχνουμε τώρα εκατομμύρια ευρώ γιατί μια χούφτα καλλιτέχνες έχουν «ανησυχίες»; Και για ποιον εγχώριο κινηματογράφο μιλάμε;
Αν οι ερωτήσεις τεθούν με αυτή τη φιλοσοφία, τότε είναι περιττή κάθε συζήτηση. Η αλήθεια είναι ότι η πρόσφατη ιστορία του Ε.Κ. δεν είναι γεμάτη επιτυχίες. Ούτε στον εμπορικό, αλλά ούτε -φοβάμαι- στον καλλιτεχνικό τομέα. Τη δεκαετία του ’60 φαινόταν ότι χτίζεται μια μικρή εγχώρια βιομηχανία που είχε μάλιστα μερικά ιδιαίτερα δημιουργικά στοιχεία. Κατά πρώτο λόγο, στην ανάπτυξη χαρακτήρων, με μοχλό μια σειρά ιδιαίτερα χαρισματικών ανθρώπων. Ακολούθησε η τηλεόραση και γρήγορα όλα βρέθηκαν σε κρίση: παραγωγοί, αίθουσες, δημιουργικές δυνάμεις...
Με τη Μεταπολίτευση, εμπνεόμενοι (όχι ανεξήγητα) από ένα σοβιετικού τύπου μοντέλο κρατικής παραγωγής και αντιδρώντας στην κυριαρχία του Χόλιγουντ, περάσαμε στην εσωστρέφεια, που δεν κατάφερε παρά να παραγάγει ελάχιστα καλά δείγματα ταινιών τέχνης και δεκάδες ανόητους κλώνους εγχώριων και ξένων προτύπων.

Ετσι, νομοτελειακά, αναπτύχθηκε και μια επονείδιστη πελατειακή σχέση ανάμεσα σε δημιουργούς και γραφειοκρατία, που σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτός απ’ το ότι πήρε τη μορφή διαφθοράς, ήταν αρκετή για να δηλητηριάσει κάθε δημιουργικό πνεύμα και πιθανή άμιλλα.

Και τότε ήταν που το κοινό μίλησε. Επέστρεψε στο σινεμά για να δει αμερικανικές ταινίες, οι αίθουσες βελτιώθηκαν θεαματικά και (επιτέλους) κάποιες ελληνικές έκαναν εξαψήφια νούμερα. Το κοινό, όπως και παντού στον κόσμο, αγαπά τις ντόπιες ταινίες και όταν βρει την ευκαιρία το δείχνει με πάταγο.


Θα τα αφήσουμε, λοιπόν, όλα να σβήσουν;
Οποιος σκέφτεται έτσι, προφανώς δεν έχει αντιληφθεί ότι το σινεμά (μηδέ εξαιρουμένου του ελληνικού) είναι μέρος της οικονομικής ζωής. Και μάλιστα ανήκει στη λεγόμενη «πραγματική» οικονομία και όχι στην άλλη, τη χρεοκοπημένη, την πλασματική. Ακόμη, πολλοί δεν αντιλαμβάνονται ότι όπως κάθε άλλη εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα χρειάζεται κίνητρα για επενδύσεις.
Τέλος (και αυτό δεν είναι έσχατο και ασήμαντο), το Σύνταγμα των Ελλήνων ρητά αναφέρει την οικονομική ενίσχυση της Τέχνης. Το τοπίο αλλάζει ραγδαία, τα ψηφιακά εργαλεία αποτύπωσης, επεξεργασίας, διανομής και προβολής είναι λίγο-πολύ διαθέσιμα, είναι φτηνότερα και ανοίγουν δρόμους με μικρότερο ρίσκο και χαμηλότερες ανάγκες για επενδύσεις. Τουλάχιστον απ’ ό,τι οι φούσκες των χρηματιστηρίων και τα θαλασσοδάνεια.
Ο κ. Αντ. Καφετζόπουλος είναι ηθοποιός.

Στους παραγωγούς η «μαύρη τρύπα»
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΤΙΜΟΓΙΑΝΝΑΚΗ
Για το ποια είναι η γνώμη μου για το παρόν και το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου θα καταφύγω σε «παραβολή». Θα επικαλεστώ μια εκπομπή που είδα πρόσφατα στην Ιταλία, στην τηλεόραση, κι αφορούσε στην 45ετία της ταινίας του Λουκίνο Βισκόντι «Ο Γατόπαρδος». Στην εκπομπή μίλησαν όλοι οι επιζώντες συντελεστές. Μίλησε κι ο Γκοφρέντο Λομπάρντο, ο πρόεδρος της εταιρίας «Titanus», που παρήγαγε την ταινία. Είπε για το παρασκήνιο του φιλμ, ενώ η δημοσιογράφος που του έκανε τις ερωτήσεις επικαλείτο κάτι γνωστό στην Ιταλία, πως ο Λομπάρντο αποκαλεί το έργο «το παιδί μου». Ο Λομπάρντο, λοιπόν, ήταν αυτός που σκέφτηκε τον Μπαρτ Λάνκαστερ για το ρόλο του Σικελού αριστοκράτη, ενώ ο Βισκόντι, μόλις το άκουσε, σχεδόν έφριξε.
«Αυτό τον Αμερικάνο καουμπόι σκέφτεσαι για εκπρόσωπο της ιταλικής αριστοκρατίας;» είπε του παραγωγού. Ο Λομπάρντο εξήγησε τους λόγους για τους οποίους τον πίστευε, ο Βισκόντι του είπε «κάνε ό,τι νομίζεις». Πήγε στο Χόλιγουντ, βρήκε τον Λάνκαστερ, του εξήγησε, ο Λάνκαστερ δεν είχε ιδέα ούτε ποιος είναι ο Βισκόντι ούτε ήξερε το «Ο Ρόκο και τα αδέλφια του», ζήτησε να το δει, του άρεσε, διάβασε και το σενάριο, κατόπιν διάβασε και το βιβλίο του Τομάζο Ντι Λαμπεντούζα κι είπε ότι θέλει να το κάνει. Ηρθε στη Ρώμη με έξοδα της παραγωγής, η ταινία ήταν σχεδόν στημένη και τότε συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Βισκόντι. Ο Λομπάρντο, για να μπορέσει να κάνει την ταινία όπως είχε φανταστεί ότι της άξιζε, είχε πουλήσει μερίδια στη «Fox» για τη διανομή στις ΗΠΑ και στη γαλλική «Pate» για διανομή στη Γαλλία και σε άλλους ευρωπαϊκούς προορισμούς.

Συνεπώς, αυτά που διαβάζουμε από κάποιους αναλυτές, πως ο Βισκόντι διάλεξε τον Λάνκαστερ διότι στο πρόσωπό του έβλεπε μπλα μπλα μπλα μπλα, είναι του μυαλού τους και μόνο. Στη συνέχεια, στην ίδια εκπομπή, μίλησε κι ο Αλέν Ντελόν, με link από το Παρίσι. Ο Αλέν, αφού έπλεξε το εγκώμιο της μεγαλοφυΐας του Βισκόντι κι αφού αναφέρθηκε σε χαρακτηριστικά σημεία από το πώς έγινε η ταινία, κατέληξε: «Ο Λουκίνο έβαλε το ταλέντο αλλά σας διαβεβαιώ πως αν δεν ήταν ο Γκοφρέντο Λομπάρντο και η “Titanus” ούτε ο “Γατόπαρδος” αλλά ούτε και το “Ο Ρόκο και τα αδέλφια του” θα ήταν οι ταινίες που ξέρουμε».

Το κείμενο το απευθύνω στους εκπονητές του νομοσχεδίου για τον κινηματογράφο και τους υπενθυμίζω πως στο «εγώ» των σκηνοθετών αντιτάσσεται και το «εγώ» του παραγωγού, που χωρίς αυτόν δεν μπορεί να γίνει η ταινία. Οσοι επικαλούνται τον ευρωπαϊκό κινηματογράφο ξεχνούν ή δεν ξέρουν πως τους μεγάλους σκηνοθέτες της Ευρώπης τούς ανέδειξαν οι μεγάλοι παραγωγοί της Ευρώπης που ήταν τότε παρόντες στα πράγματα. Ξαναδιαβάστε αυτά που είπαν ο Λομπάρντο κι ο Ντελόν, τιμώντας τη μνήμη του Βισκόντι.

Εχει άμεσα να κάνει με το καίριο πρόβλημα του ελληνικού κινηματογράφου. Τα υπόλοιπα, για τον υπογράφοντα, είναι χαμένα λόγια.
Ο κ. Παναγιώτης Τιμογιαννάκης είναι μέλος της EFA
Είναι ακόμα ζωντανό το κοινωνικό κράτος;*
Η οικονομική ανάπτυξη και το κράτος πρόνοιας είναι έννοιες ασύμβατες; Το δημοσιονομικό βάρος του κοινωνικού κράτους απειλεί δικαιολογημένα το ρόλο και την προσφορά του; Η πρώτη αμφισβήτηση των δημόσιων κοινωνικών δομών είχε πρωτοδιατυπωθεί 30 χρόνια πριν, την εποχή της πετρελαϊκής κρίσης της περιόδου 1970–1980, και επανέρχεται σήμερα, με φόντο τη διεθνή οικονομική κρίση. Η εποχή που έφερε σε πρώτο πλάνο την ελεύθερη διακίνηση υπηρεσιών - προσώπων και την απελευθέρωση της αγοράς. Οσοι ζητούν τον περιορισμό του κράτους εστιάζουν στο κόστος συντήρησης, στη διαμόρφωση νοοτροπίας εργασιακής απάθειας και την ανάπτυξη πελατειακών σχέσεων. Οι υποστηρικτές του κρατικού συστήματος πρόνοιας στο επιχείρημα του αυξημένου κόστους αντιτάσσουν τον εξορθολογισμό του. Την αύξηση της παραγωγικότητας και τη βελτίωση των παραγομένων προϊόντων που θα προκύψει από ένα καλά εκπαιδευμένο προσωπικό. Ως παράδειγμα τεκμηρίωσης της άποψής τους φέρνουν τις Βόρειες Χώρες, οι οποίες, αν και έχουν στηρίξει ιδιαίτερα το δημόσιο χαρακτήρα των παρεχόμενων υπηρεσιών, διαθέτουν από τις πλέον ανταγωνιστικές οικονομίες. Τελικώς, υπάρχει αντίθεση μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης και κράτους πρόνοιας ή μπορεί να συνυπάρξουν επιτυχώς;
Οι καθηγητές κ.κ. Β. Θ. Ράπανος, Ν. Χαριτάκης, ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Φ. Σαχινίδης και ο γενικός διευθυντής της Attica Bank Χρ. Καλαμπόκης δίνουν τις δικές τους απαντήσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου